Η λέξη "automotriz" είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή: /a.to.moˈtɾis/
Η λέξη "automotriz" αναφέρεται σε οτιδήποτε σχετίζεται με τα αυτοκίνητα ή τη βιομηχανία των αυτοκινήτων. Χρησιμοποιείται συχνά στη βιομηχανία και το εμπόριο των οχημάτων. Είναι ένας όρος που δεν είναι σπάνιας χρήσης, και χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στο γραπτό λόγο, αν και μπορεί να έχει πιο τεχνική ή ειδική σημασία σε γραπτά κείμενα.
Η αυτοκινητιστική βιομηχανία έχει αναπτυχθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια.
Los avances tecnológicos en el sector automotriz son impresionantes.
Οι τεχνολογικές εξελίξεις στον τομέα των αυτοκινήτων είναι εντυπωσιακές.
Muchas empresas automotrices están apostando por vehículos eléctricos.
Η λέξη "automotriz" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, μπορεί να αναγνωριστεί σε κάποιες υποσυνείδητες φράσεις που σχετίζονται με την αυτοκινητοβιομηχανία:
Ο αγώνας αυτοκινήτων μεταξύ των κατασκευαστών ηλεκτρικών αυτοκινήτων είναι σε εξέλιξη.
El mercado automotriz está cambiando con la llegada de nuevas tecnologías.
Η αγορά των αυτοκινήτων αλλάζει με την έλευση νέων τεχνολογιών.
La relación entre la sostenibilidad y la industria automotriz es cada vez más relevante.
Η σχέση μεταξύ της βιωσιμότητας και της αυτοκινητιστικής βιομηχανίας είναι όλο και περισσότερο σημαντική.
Los empleos en el sector automotriz son cruciales para la economía de muchos países.
Η λέξη "automotriz" προέρχεται από το ελληνικό "αὐτός" (autós) που σημαίνει "αυτός" και το λατινικό "motrix", που προέρχεται από το "movere", που σημαίνει "να κινεί". Έτσι, "automotriz" σχετίζεται με την έννοια του "κινητήρα".
Συνώνυμα: - αυτοκινητιστικός - αυτοκινητοβιομηχανικός
Αντώνυμα: - δεν υπάρχουν άμεσα αντώνυμα, αλλά στο πλαίσιο του συγκριτικού λόγου μπορεί να αναφέρονται όροι που σχετίζονται με μηχανές ή βιομηχανίες που δεν είναι αυτοκινητιστηκά.
Αυτή είναι η ανάλυση της λέξης "automotriz" στην ισπανική γλώσσα.