autopropulsado - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

autopropulsado (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "autopropulsado" είναι επίθετο.

Φωνητική Μεταγραφή

/aʊto.pɾo.pulˈsaðo/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση στη Γλώσσα Ισπανικά

Η λέξη "autopropulsado" αναφέρεται σε οχήματα ή συσκευές που μπορούν να κινούνται από τον εαυτό τους, χωρίς την ανάγκη εξωτερικής δύναμης. Χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς, συμπεριλαμβανομένων των στρατιωτικών (π.χ. αυτοκινούμενα πυροβόλα), στη γενική μεταφορά και σε τεχνολογικά περιβάλλοντα (π.χ. αυτοκινούμενα μηχανήματα). Είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη σε γραπτό πλαίσιο, ιδίως σε τεχνικές ή στρατιωτικές αναφορές.

Παραδείγματα Προτάσεων

  1. El vehículo autopropulsado se utilizó en la misión militar.
  2. Το αυτοκινούμενο όχημα χρησιμοποιήθηκε στη στρατιωτική αποστολή.

  3. Los sistemas autopropulsados están revolucionando el transporte.

  4. Τα αυτοκινούμενα συστήματα επαναστατούν τις μεταφορές.

  5. La nueva tecnología de autopropulsados mejora la eficiencia.

  6. Η νέα τεχνολογία των αυτοκινούμενων βελτιώνει την αποδοτικότητα.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "autopropulsado" χρησιμοποιείται λιγότερο σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά υπάρχουν ορισμένες σχετικές φράσεις στη στρατιωτική και τεχνική γλώσσα:

  1. El tanque autopropulsado es clave en la guerra moderna.
  2. Το αυτοκινούμενο άρμα είναι κλειδί στον σύγχρονο πόλεμο.

  3. Los misiles autopropulsados tienen mayor precisión.

  4. Οι αυτοκινούμενοι πύραυλοι έχουν μεγαλύτερη ακρίβεια.

  5. El desarrollo de vehículos autopropulsados ha avanzado rápidamente.

  6. Η ανάπτυξη αυτοκινούμενων οχημάτων έχει προχωρήσει γρήγορα.

  7. Las aplicaciones de tecnología autopropulsada son diversas.

  8. Οι εφαρμογές της τεχνολογίας αυτοκινούμενης είναι ποικίλες.

Ετυμολογία

Η λέξη "autopropulsado" προέρχεται από τις ελληνικές ρίζες "auto-" (αυτος) που σημαίνει "αυτο" και "propulsar" που σημαίνει "να προωθεί" ή "να σπρώχνει".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - autómata (αυτόματο) - motorizado (μηχανοκίνητος)

Αντώνυμα: - remolcado (ρυμουλκούμενος) - no motorizado (χωρίς μηχανοκίνηση)



23-07-2024