autopsia - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

autopsia (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "autopsia" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.

Φωνητική μεταγραφή

/aʊ̯ˈtɔpsja/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η "autopsia" αναφέρεται στη διαδικασία ιατρικής εξέτασης ενός θανόντος οργανισμού για την κατανόηση των αιτίων του θανάτου, την επιβεβαίωση διαγνώσεων ή την ανακάλυψη πιθανών ασθενειών. Χρησιμοποιείται στον τομέα της ιατρικής, κυρίως στη ιατροδικαστική, και είναι πιο συχνά συνδεδεμένη με γραπτό λόγο, αλλά μπορεί επίσης να ακουστεί σε ιατρικές συζητήσεις.

Συχνότητα χρήσης

Η λέξη χρησιμοποιείται αρκετά συχνά σε ιατρικά και νομικά κείμενα, καθώς και στους βασικούς τομείς της ιατρικής έρευνας.

Παραδείγματικές προτάσεις

  1. La autopsia reveló la causa de la muerte.
  2. Η αυτοψία αποκάλυψε την αιτία του θανάτου.

  3. El médico forense realizó una autopsia detallada.

  4. Ο ιατροδικαστής πραγματοποίησε μια λεπτομερή νεκροψία.

  5. Es importante realizar una autopsia en casos de muerte sospechosa.

  6. Είναι σημαντικό να πραγματοποιηθεί μια αυτοψία σε περιπτώσεις ύποπτου θανάτου.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "autopsia" δεν χρησιμοποιείται ευρέως ως μέρος ιδιωματικών εκφράσεων, αλλά υπάρχουν μερικές εκφράσεις που την περιλαμβάνουν.

  1. Hacer una autopsia a un caso.
  2. Να κάνεις μια αυτοψία σε μια υπόθεση.
  3. Αυτή η φράση χρησιμοποιείται όταν αναλύουμε εις βάθος μια κατάσταση ή ένα συμβάν για να κατανοήσουμε καλύτερα.

  4. La autopsia de los hechos.

  5. Η αυτοψία των γεγονότων.
  6. Αναφέρεται σε μια λεπτομερή ανάλυση συμβάντων ή καταστάσεων.

  7. Autopsia psicológica.

  8. Ψυχολογική αυτοψία.
  9. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ανάλυση της ψυχολογικής κατάστασης ενός ατόμου μετά το θάνατο, συνήθως σε ιατροδικαστικά πλαίσια.

Ετυμολογία

Η λέξη "autopsia" προέρχεται από την ελληνική λέξη "αυτοψία" (autopsía), που σημαίνει «να βλέπεις αυτοπροσώπως». Η σύνθεση προέρχεται από το "αυτός" (αυτού) που σημαίνει "αυτός" και "ὁράω" (horāo) που σημαίνει "βλέπω".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα

Αντώνυμα



23-07-2024