Η λέξη "autoridades" είναι ουσιαστικό στον πληθυντικό αριθμό.
Φωνητική μεταγραφή: [aw.to.ɾiˈðaðes]
Η λέξη "autoridades" αναφέρεται σε άτομα ή οργανισμούς που κατέχουν την εξουσία ή την εξουσία για να επιβάλουν νόμους, κανονισμούς και διατάξεις. Χρησιμοποιείται συνήθως σε πολιτικά και κοινωνικά συμφραζόμενα και έχει σχετικά υψηλή συχνότητα χρήσης, τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
Οι αρχές αποφάσισαν να εφαρμόσουν νέα μέτρα ασφαλείας.
Es importante que las autoridades escuchen a la ciudadanía.
Είναι σημαντικό οι αρχές να ακούσουν τους πολίτες.
Las autoridades han aumentado la vigilancia en la ciudad.
Η λέξη "autoridades" μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:
Η καθηγήτρια έχει εξουσία στην τάξη.
Las autoridades competentes
Οι αρμόδιες αρχές πρέπει να πάρουν αποφάσεις.
Autoridades locales
Οι τοπικές αρχές εργάζονται για την ανάπτυξη της κοινότητας.
Desobedecer a las autoridades
Η παραβίαση των αρχών μπορεί να έχει νομικές συνέπειες.
Rendir cuentas a las autoridades
Η λέξη "autoridades" προέρχεται από το λατινικό "auctoritas", που σημαίνει "εξουσία" ή "δημιουργία".
Η λέξη "autoridades" λοιπόν αποτελεί έναν σημαντικό όρο στο πλαίσιο της κοινωνικής και πολιτικής διακυβέρνησης στις ισπανόφωνες χώρες.