Avanzada είναι ουσιαστικό (feminine noun) και επίθετο (adjective) στα ισπανικά.
/aβanˈθaða/ (ισπανική προφορά)
Η λέξη avanzada προέρχεται από το ρήμα "avanzar," που σημαίνει "προχωρώ" ή "προχωρώ μπροστά." Στα στρατιωτικά συμφραζόμενα, η λέξη χρησιμοποιείται για να αναφέρεται σε προχωρημένες στρατηγικές ή μονάδες στρατού που κινούνται μπροστά σε μια επίθεση ή εξασφαλίζουν εδάφη.
Η συχνότητα χρήσης της λέξης είναι αρκετά υψηλή, ειδικά σε στρατιωτικά και στρατηγικά κείμενα, ενώ χρησιμοποιείται περισσότερο στο γραπτό πλαίσιο παρά στον προφορικό λόγο.
Οι προχωρημένες δυνάμεις κατευθύνθηκαν προς την εχθρική γραμμή.
La estrategia avanzada permitió ganar la batalla rápidamente.
Η προχωρημένη στρατηγική επέτρεψε να κερδηθεί η μάχη γρήγορα.
En la sesión de entrenamiento, se discutieron técnicas de avanzada.
Η λέξη avanzada είναι σημαντική σε στρατηγικά συμφραζόμενα και μπορεί να εμφανίζεται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
(Αναφέρεται στο να βρίσκεσαι μπροστά από τους άλλους, είτε στρατιωτικά είτε μεταφορικά.)
Tener una posición avanzada.
(Αναφέρεται σε μια πλεονεκτική θέση σε μια στρατηγική ή διαπραγμάτευση.)
La línea de avanzada.
(Αναφέρεται στην πρώτη γραμμή της μάχης ή μιας στρατηγικής επίθεσης.)
Avanzada tecnológica.
Η λέξη avanzada προέρχεται από το λατινικό "avanzare," που σημαίνει "προχωρώ," και συνδέεται με τη ρίζα "avant," που έχει να κάνει με την προοδευτική κίνηση ή ανάπτυξη.
Συνώνυμα: - Progreso (πρόοδος) - Desarrollo (ανάπτυξη) - Ofensiva (επίθεση, σε στρατιωτικό πλαίσιο)
Αντώνυμα: - Retirada (υποχώρηση) - Estancamiento (στασιμότητα) - Inmovilidad (ακινησία)