Το "avaro" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή του "avaro" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA) είναι /aˈβa.ɾo/.
Η λέξη "avaro" χρησιμοποιείται για να περιγράψει ένα άτομο που δεν θέλει να δαπανήσει χρήματα ή πόρους, χαρακτηρίζεται από υπερβολική προσοχή για τα οικονομικά του. Συνήθως υποδηλώνει μια αρνητική ποιότητα χαρακτήρα και εκφράζει μια αίσθηση της απληστίας. Η χρήση της είναι πιο συχνή στο γραπτό περιβάλλον, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και στις προφορικές συνομιλίες.
Παραδείγματα προτάσεων: - Juan es muy avaro, nunca quiere compartir sus cosas. - Ο Χουάν είναι πολύ τσιγκούνης, ποτέ δεν θέλει να μοιραστεί τα πράγματά του.
Η λέξη "avaro" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες φράσεις που εκφράζουν την έννοια της τσιγκουνιάς ή της απληστίας.
Είναι ένας τσιγκούνης που μετρά κάθε σεντ, σαν να του κοστίζει τη ζωή.
A los avaros no les gusta gastar dinero en cosas importantes.
Οι τσιγκούνηδες δεν τους αρέσει να ξοδεύουν χρήματα σε σημαντικά πράγματα.
En el negocio, ser avaro puede hacerte perder buenas oportunidades.
Η λέξη "avaro" προέρχεται από το λατινικό "avarus", που σημαίνει "τσιγκούνης" ή "απληστικός".
Συνώνυμα: - tacaño - mezquino - roñoso
Αντώνυμα: - generoso - desprendido - liberal