avejentar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

avejentar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "avejentar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/aβeχentan̪ar/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Η λέξη "avejentar" μπορεί να μεταφραστεί στα Ελληνικά ως: - να γερνάω - να κατασιγάσω

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "avejentar" είναι ένα ρηματικό σχήμα που σχετίζεται με τη διαδικασία της γήρανσης ή του να καταλήγεις σε μια κατάσταση ηρεμίας. Στην ισπανική γλώσσα, χρησιμοποιείται σχετικά σπάνια και είναι περισσότερο διαδεδομένη σε γραπτές μορφές παρά στον προφορικό λόγο. Η συχνότητα χρήσης είναι περιορισμένη και εμφανίζεται κυρίως σε λογοτεχνικά κείμενα ή φιλοσοφικές συζητήσεις, αναφερόμενη στο πέρασμα του χρόνου ή στην ψυχολογική κατάσταση.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Cuando uno avejenta, empieza a ver la vida de otra manera.
  2. Όταν κάποιος γεράσει, αρχίζει να βλέπει τη ζωή με άλλη οπτική.

  3. Es natural avejentar y aceptar el ciclo de la vida.

  4. Είναι φυσικό να γερνάμε και να αποδεχόμαστε τον κύκλο της ζωής.

  5. Las experiencias vividas nos ayudan a avejentar con sabiduría.

  6. Οι βιωμένες εμπειρίες μας βοηθούν να γερνάμε με σοφία.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Ο όρος "avejentar" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά παρακάτω θα παρατεθούν κάποιες σχετικές προτάσεις:

  1. Con el tiempo, todos avejentamos, pero lo que importa es el espíritu joven.
  2. Με το πέρασμα του χρόνου, όλοι γερνάμε, αλλά αυτό που μετράει είναι το νεανικό πνεύμα.

  3. A vejentar con gracia es un arte que pocos dominan.

  4. Να γερνάς με χάρη είναι μια τέχνη που λίγοι κατέχουν.

  5. El secreto para avejentar feliz es rodearse de personas positivas.

  6. Το μυστικό για να γερνάς ευτυχισμένα είναι να περιβάλλεσαι από θετικούς ανθρώπους.

Ετυμολογία

Η λέξη "avejentar" προέρχεται από την ρίζα "veje", που σχετίζεται με τη λέξη "viejo" (γηραιός, παλαιός) και ενσωματώνει την κατάληξη "-antar", όπως πολλές άλλες ισπανικές λέξεις με την έννοια της διαδικασίας ή της δράσης.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - envejecerse - madurar

Αντώνυμα: - rejuvenecer - revitalizar



23-07-2024