Ο όρος "avenirse" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή του "avenirse" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /aβeˈniɾse/
Η λέξη "avenirse" μεταφράζεται στα ελληνικά ως: - συμφωνώ - τακτοποιώ
Το "avenirse" σημαίνει να συγκατατεθείς ή να συμφωνήσεις σε κάτι, συνήθως με μια ειρηνική ή συνεργατική διάθεση. Χρησιμοποιείται σε ποικίλες καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένων νομικών συμφωνιών και γενικών διαπραγματεύσεων. Είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη στον προφορικό λόγο, αλλά μπορεί να εμφανιστεί και σε γραπτό περιβάλλον.
Ellos decidieron avenirse a las nuevas condiciones del contrato.
(Αυτοί αποφάσισαν να συμφωνήσουν με τους νέους όρους της σύμβασης.)
Para evitar conflictos, las partes deben avenirse a un acuerdo.
(Για να αποφευχθούν οι συγκρούσεις, οι πλευρές πρέπει να τακτοποιήσουν μια συμφωνία.)
Es importante avenirse a las leyes para garantizar la justicia.
(Είναι σημαντικό να συμφωνούμε με τους νόμους για να εξασφαλιστεί η δικαιοσύνη.)
Στα ισπανικά, το "avenirse" συχνά χρησιμοποιείται σε ιδιωματικές εκφράσεις και συνδέεται με έννοιες όπως η συμφωνία και η συνεργασία:
1. Avenir de mal en peor.
(Να εξελίσσεται από το κακό στο χειρότερο.)
Avenirse a la situación.
(Να προσαρμοστείς στην κατάσταση.)
Avenir a un acuerdo.
(Να φτάσεις σε συμφωνία.)
Avenir se a las circunstancias.
(Να προσαρμοστείς στις συνθήκες.)
Το "avenirse" προέρχεται από το λατινικό "adveniré" που σημαίνει "να φτάσεις" ή "να έρθεις σε συμφωνία".
Συνώνυμα: - concordar (συμφωνώ) - comprometerse (δεσμεύομαι)
Αντώνυμα: - disentir (διαφωνώ) - rechazar (απορρίπτω)