avergonzar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

avergonzar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "avergonzar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/fɾ̞a beɾ.ɣon.θaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση στη γλώσσα Ισπανικά

Η λέξη "avergonzar" σημαίνει να προκαλέσεις ντροπή σε κάποιον ή να τον κάνεις να αισθάνεται άσχημα για κάτι που έχει κάνει ή για την κατάσταση του. Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και είναι πιθανότερο να συναντηθεί σε καθημερινές συνομιλίες καθώς και σε λογοτεχνικά έργα.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. Ella se sintió avergonzada por olvidar su contraseña.
  2. Αυτή ένιωσε ντροπή γιατί ξέχασε τον κωδικό της.

  3. No quiero avergonzar a mi amigo en público.

  4. Δεν θέλω να ντροπιάσω τον φίλο μου δημόσια.

  5. El error en su presentación lo avergonzó mucho.

  6. Το λάθος στην παρουσίασή του τον ντρόπιασε πολύ.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "avergonzar" μπορεί να έχει πολλές ιδιωματικές χρήσεις στην ισπανική γλώσσα:

  1. Avergonzar de algo.
  2. No deberías avergonzarte de tus raíces.

    • Δεν θα έπρεπε να ντρέπεσαι για τις ρίζες σου.
  3. Hacer avergonzar a alguien.

  4. No quiero hacer avergonzar a ella delante de sus amigos.

    • Δεν θέλω να ντροπιάσω αυτήν μπροστά στους φίλους της.
  5. Estar avergonzado por algo.

  6. Él está avergonzado por su comportamiento en la fiesta.

    • Αυτός είναι ντροπιασμένος για τη συμπεριφορά του στο πάρτι.
  7. Avergonzar a uno mismo.

  8. A veces uno mismo se avergüenza de sus decisiones.
    • Μερικές φορές ντρέπεται κανείς για τις αποφάσεις του.

Ετυμολογία

Η λέξη "avergonzar" προέρχεται από το λατινικό "advergonciare", που σημαίνει "να κάνεις κάποιον να ντραπεί".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - humillar (ταπεινώνω) - sonrojar (κοκκινίζω)

Αντώνυμα: - enorgullecer (καμαρώνω, υπερηφανεύομαι) - alentar (ενθαρρύνω)



23-07-2024