avergonzarse - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

avergonzarse (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "avergonzarse" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: /a.βɛɾ.ɣon.ˈθaɾ.se/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "avergonzarse" σημαίνει να νιώθεις ντροπή ή αμηχανία για κάτι που έχεις κάνει ή για κάποια κατάσταση. Είναι ένα ρήμα που χρησιμοποιείται συχνά τόσο στον προφορικό λόγο όσο και στο γραπτό, αλλά μπορεί να είναι πιο κοινό σε καθημερινές συζητήσεις. Η συχνότητα χρήσης του είναι μέτρια, καθώς ενδέχεται να περιγράφει καλά συναισθήματα που βιώνει ο κόσμος σε ποικίλες καταστάσεις.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Me avergonzaré si no apruebo el examen.
  2. Ντρέπομαι αν δεν περάσω το διαγώνισμα.

  3. Cuando se dio cuenta del error, se avergonzó mucho.

  4. Όταν συνειδητοποίησε το λάθος, ένιωσε πολύ αμηχανία.

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "avergonzarse" χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά:

  1. Avergonzarse de algo
  2. Ντρέπομαι για κάτι
  3. No debería avergonzarse de su pasado.
  4. Δεν θα έπρεπε να ντρέπεται για το παρελθόν του.

  5. Caer en la vergüenza

  6. Πέφτω σε ντροπή
  7. Cayó en la vergüenza cuando vio el video.
  8. Έπεσε σε ντροπή όταν είδε το βίντεο.

  9. Tener vergüenza

  10. Αισθάνομαι ντροπή
  11. Ella siempre tiene vergüenza al hablar en público.
  12. Αυτή πάντα έχει ντροπή όταν μιλάει δημόσια.

  13. Avergonzarse como un niño

  14. Ντρέπομαι σαν παιδί
  15. Se avergonzó como un niño cuando lo llamaron.
  16. Ντράπηκε σαν παιδί όταν τον κάλεσαν.

Ετυμολογία

Η λέξη "avergonzarse" προέρχεται από το θηλυκό ουσιαστικό "vergüenza", που σημαίνει "ντροπή", και είναι πιθανώς συνδεδεμένο με το λατινικό "verecundia".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Sonrojarse (κοκκινίζω) - Apreciar (εκτιμώ)

Αντώνυμα: - Orgullarse (καυχιέμαι) - No sentir vergüenza (να μην νιώθω ντροπή)



22-07-2024