Η λέξη "axila" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
[aksila]
Η "axila" αναφέρεται στην περιοχή του σώματος κάτω από τον βραχίονα, όπου ο βραχίονας ενώνεται με το σώμα. Η χρήση της είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, ειδικά σε τομείς που σχετίζονται με τη ιατρική, τη φυσιολογία και την ανατομία. Η συχνότητα χρήσης της είναι μέτρια, με πιο έντονη παρουσία σε τεχνικά κείμενα.
La sudoración en la axila puede ser incómoda.
(Η εφίδρωση στη μασχάλη μπορεί να είναι άβολη.)
El médico examinó la axila en busca de ganglios linfáticos inflamados.
(Ο γιατρός εξέτασε τη μασχάλη για να δει αν υπάρχουν φλεγμονώδεις λεμφαδένες.)
Muchas personas usan desodorante para controlar el olor de la axila.
(Πολλοί άνθρωποι χρησιμοποιούν αποσμητικό για να ελέγξουν την οσμή της μασχάλης.)
Η λέξη "axila" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένες. Ακολουθούν κάποιες προτάσεις:
Tener la axila irritada puede afectar el día a día.
(Η ερεθισμένη μασχάλη μπορεί να επηρεάσει την καθημερινότητα.)
Es importante cuidar la higiene de la axila para evitar problemas dermatológicos.
(Είναι σημαντικό να φροντίζουμε την υγιεινή της μασχάλης για να αποφεύγουμε δερματολογικά προβλήματα.)
La depilación de la axila es común entre muchas personas.
(Η αποτρίχωση της μασχάλης είναι συνηθισμένη μεταξύ πολλών ανθρώπων.)
A veces, la piel de la axila puede oscurecerse por el roce constante.
(Μερικές φορές, το δέρμα της μασχάλης μπορεί να σκουραίνει λόγω της συνεχούς τριβής.)
Η λέξη "axila" προέρχεται από το λατινικό "axilla", το οποίο σημαίνει "μικρός βραχίονας" και είναι υποκοριστικό του "axus", που σημαίνει "βραχίον" ή "κλάδος".
Συνώνυμα: - Μασχάλη (στην ίδια γλώσσα)
Αντώνυμα: Η λέξη δεν έχει άμεσα αντώνυμα, καθώς αναφέρεται σε μια συγκεκριμένη ανατομική περιοχή.