Η λέξη "azada" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA), η φωνητική μεταγραφή της λέξης είναι /aˈθa.ða/ (στην ισπανική εκδοχή του) ή /aˈzɑː.də/ (στην αμερικανική αγγλική εκδοχή).
Η λέξη "azada" μεταφράζεται στα ελληνικά ως "σκαφτικά" ή "αυλάκι".
Η λέξη "azada" αναφέρεται σε ένα γεωργικό εργαλείο που χρησιμοποιείται για σκάψιμο και φύτευση. Είναι κοινώς χρησιμοποιούμενη τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, κυρίως σε γεωργικούς ή κατασκευαστικούς συγκείμενες.
Η λέξη χρησιμοποιείται συνήθως σε περιβάλλοντα που σχετίζονται με τη γεωργία και την κατασκευή. Στον προφορικό λόγο, είναι πολύ συνηθισμένη στις αγροτικές περιοχές, ενώ στο γραπτό κείμενο μπορεί να εμφανίζεται σε τεχνικά έγγραφα ή οδηγίες.
Η σκαφτική είναι θεμελιώδης για να δουλέψετε στον κήπο.
Usé la azada para preparar la tierra antes de plantar.
Χρησιμοποίησα τη σκαφτική για να προετοιμάσω τη γη πριν από τη φύτευση.
Con una azada adecuada, el trabajo de la tierra se hace más fácil.
Η λέξη "azada" συχνά δεν χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά σε ορισμένα πλαίσια μπορεί να εμφανίζεται με παρακάτω εκφράσεις:
Σημαίνει "να αδράξουμε τη σκαφτική". Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποιος πρέπει να δουλέψει σκληρά ή να επιλύσει ένα πρόβλημα άμεσα.
"Con la azada en mano, el agricultor no tiene miedo."
Σημαίνει "Με τη σκαφτική στο χέρι, ο αγρότης δεν φοβάται". Αναφέρεται στον προγραμματισμό και την προετοιμασία για την εργασία.
"Arar la tierra con azada."
Η λέξη "azada" προέρχεται από τα λατινικά, όπου το όρο "axata" αναφερόταν σε εργαλεία κοπής ή σκαψίματος.