azarar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

azarar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "azarar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/fɾaɣaɾ/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Το "azarar" σημαίνει να προκαλείς ή να ανακατεύεις ένα αποτέλεσμα στο οποίο εμπλέκονται τυχαία στοιχεία. Συχνά σχετίζεται με παιχνίδια ή στοιχήματα, όπου η τύχη παίζει σημαντικό ρόλο. Χρησιμοποιείται κυρίως στον προφορικό λόγο σε καθημερινές συζητήσεις αλλά μπορεί να εμφανιστεί και σε γραπτό λόγο σε περιγραφή καταστάσεων τυχαίας φύσης.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. El resultado del juego va a azararse.
    (Το αποτέλεσμα του παιχνιδιού θα προκαλέσει ανακατωσούρα.)

  2. Es difícil predecir lo que va a pasar, simplemente hay que dejarse llevar y azararse.
    (Είναι δύσκολο να προβλέψουμε τι θα συμβεί, απλά πρέπει να αφεθούμε και να ανακατευτούμε.)

Ιδιωματικές Εκφράσεις

  1. Azarar la partida
    (Ανακατεύω το παιχνίδι.)
  2. "El jugador decidió azarar la partida, cambiando las reglas a mitad del juego."
    (Ο παίκτης αποφάσισε να ανακατέψει το παιχνίδι, αλλάζοντας τους κανόνες στη μέση του παιχνιδιού.)

  3. No hay que azararse demasiado en la vida.
    (Δεν πρέπει να ανακατευόμαστε πολύ στη ζωή.)

  4. "A veces, es bueno seguir un plan y no azararse demasiado en decisiones impulsivas."
    (Μερικές φορές, είναι καλό να ακολουθείς ένα σχέδιο και να μην ανακατεύεσαι πολύ σε παρορμητικές αποφάσεις.)

  5. Azararse con los números de la suerte.
    (Να ανακατεύεσαι με τους τυχερούς αριθμούς.)

  6. "Siempre que juega a la lotería, le gusta azararse con los números de la suerte que ha elegido."
    (Κάθε φορά που παίζει λοταρία, του αρέσει να ανακατεύεται με τους τυχερούς αριθμούς που έχει επιλέξει.)

Ετυμολογία

Η λέξη "azarar" προέρχεται από την αραβική λέξη "al-zahr" (الزهر), που σημαίνει "τα ζάρια", υποδεικνύοντας τη σύνδεση του όρου με παιχνίδια και τυχαία αποτελέσματα.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024