azararse - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

azararse (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Azararse είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

Φωνητική μεταγραφή: [aθaˈɾaɾse]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και χρήση

Η λέξη azararse χρησιμοποιείται κυρίως στη γλώσσα των Ισπανών για να αναφερθεί σε καταστάσεις που συμβαίνουν τυχαία ή χωρίς σχεδιασμό. Συνήθως εκφράζει μια αίσθηση της τύχης ή της αναπάντεχης εμφάνισης ενός γεγονότος. Χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό λόγο όσο και στο γραπτό κείμενο, αν και μπορεί να είναι πιο διαδεδομένη στην καθημερινή ομιλία.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. Me azáro los resultados de la lotería.
    Με εξέπληξαν τα αποτελέσματα της λοταρίας.

  2. No sé cómo llegó ese problema, simplemente se azaró.
    Δεν ξέρω πώς προέκυψε αυτό το πρόβλημα, απλώς εμφανίστηκε τυχαία.

  3. A veces, las mejores oportunidades se azaran sin esperarlas.
    Μερικές φορές, οι καλύτερες ευκαιρίες προκύπτουν χωρίς να τις περιμένουμε.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη azararse μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με την έννοια της τύχης και της τύχης στην καθημερινή ζωή.

  1. Si no intentas, nunca sabrás si te azararás.
    Αν δεν προσπαθήσεις, ποτέ δεν θα ξέρεις αν θα συμβεί τυχαία.

  2. Ahorra para los días en que te azara algún imprevisto.
    Κάνε αποταμίευση για τις μέρες που θα συμβεί τυχαία κάποιο απρόοπτο.

  3. La vida a veces se azara de maneras inesperadas.
    Η ζωή μερικές φορές εξελίσσεται με αναπάντεχους τρόπους.

Ετυμολογία

Η λέξη προέρχεται από το ισπανικό "azar", που σημαίνει "τύχη" ή "τύχη", με το προσθετικό "-arse" να δηλώνει τη διαδικασία της αλλαγής κατάστασης ή της διακεκριμένης δράσης.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- ocurrir (να συμβαίνει) - suceder (να προκύπτει)

Αντώνυμα:
- planificar (να σχεδιάζει) - programar (να προγραμματίσει)



23-07-2024