Η λέξη "azaroso" είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή: [aθaˈɾoso]
Η λέξη "azaroso" χρησιμοποιείται στην ισπανική γλώσσα για να περιγράψει κάτι που συμβαίνει τυχαία ή χωρίς συγκεκριμένο σχέδιο. Είναι συχνά συνδεδεμένο με καταστάσεις που είναι απρόβλεπτες ή έχουν έναν χαρακτήρα τυχαιότητας. Η συχνότητα χρήσης της είναι πιο έντονη στον προφορικό λόγο, αν και εμφανίζεται και σε γραπτά κείμενα, κυρίως σε συζητήσεις που αφορούν στο ρίσκο ή την τύχη.
Το αποτέλεσμα του παιχνιδιού ήταν τυχαίο.
Tomar decisiones azarosas puede llevar a problemas.
Η λήψη τυχαίων αποφάσεων μπορεί να οδηγήσει σε προβλήματα.
La vida está llena de eventos azarosos.
Η λέξη "azaroso" δεν χρησιμοποιείται ευρέως σε καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να σχετίζεται με έννοιες τύχης και κινδύνων. Ακολουθούν μερικές προτάσεις που περιλαμβάνουν περιγραφές τυχαίων καταστάσεων:
Το να ποντάρεις σε ένα τυχαίο παιχνίδι μπορεί να είναι επικίνδυνο.
La vida es azarosa, nunca se sabe qué pasará.
Η ζωή είναι τυχαία, ποτέ δεν ξέρεις τι θα συμβεί.
Participar en esa lotería es un acto azaroso.
Η συμμετοχή σε αυτή τη λοταρία είναι μια τυχαία πράξη.
Elegí un camino azaroso en mi viaje.
Επέλεξα έναν τυχαίο δρόμο στο ταξίδι μου.
Las inversiones pueden ser azarosas y no siempre rentables.
Η λέξη "azaroso" προέρχεται από το ισπανικό "azar", που σημαίνει τύχη ή μοίρα, και σχετίζεται με την έννοια του τυχαίου ή του άγνωστου.
Συνώνυμα: - aleatorio - incierto - caprichoso
Αντώνυμα: - planeado - seguro - intencionado