azorar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

azorar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "azorar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

/ aθoˈɾaɾ /

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικά

Σημασία της λέξης

Η λέξη "azorar" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να περιγράψει την κατάσταση του να τρομάζεις ή να σοκάρεσαι. Συχνά αναφέρεται σε συναισθήματα που προκύπτουν από μια ξαφνική ή απροσδόκητη κατάσταση. Χρησιμοποιείται μετρίως στον προφορικό λόγο, αλλά και στο γραπτό κείμενο, κυρίως σε αφηγήσεις ή περιγραφές συναισθημάτων.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. La noticia de su muerte me azoró.
  2. Η είδηση του θανάτου του με τρόμαξε.

  3. El ruido inesperado azoró a todos en la sala.

  4. Ο απροσδόκητος θόρυβος σόκαρε όλους στην αίθουσα.

  5. A veces, las sorpresas pueden azorar a las personas.

  6. Κάποιες φορές, οι εκπλήξεις μπορεί να τρομάξουν τους ανθρώπους.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "azorar" μπορεί επίσης να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις και περιφράσεις στην Ισπανική γλώσσα.

  1. Estar azorado por algo.
  2. Να είσαι τρομαγμένος από κάτι.
  3. "Estaba azorado por la noticia de su despido."

    • Ήταν τρομαγμένος από την είδηση της απόλυσής του.
  4. Azorar a alguien con una sorpresa.

  5. Να σοκάρεις κάποιον με μια έκπληξη.
  6. "Decidí azorar a mis amigos con una fiesta sorpresa."

    • Αποφάσισα να σοκάρω τους φίλους μου με μια έκπληξη.
  7. Tener un azoramiento repentino.

  8. Να έχεις μια ξαφνική τρομάρα.
  9. "El azoramiento repentino lo dejó sin palabras."

    • Η ξαφνική τρομάρα τον άφησε χωρίς λόγια.
  10. Azorar con un grito.

  11. Να τρομάξεις κάποιον με μια κραυγή.
  12. "El niño azoró a su hermana con un grito."
    • Το παιδί τρόμαξε την αδελφή του με μια κραυγή.

Ετυμολογία

Η λέξη προέρχεται από το αρχαίο ισπανικό "azorar", που σημαίνει "τρομάζω" ή "σοκάρουν", πιθανώς συνδεδεμένο με το "azor", που αναφέρεται σε χαρακτηριστικά που προκαλούν τρόμο ή αποσπά την προσοχή.

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024