Bachatero: ουσιαστικό
/faxateɾo/
Bachatero: 1. Μπαχατέρο (παραδοσιακός χορευτής μπαχατά) 2. Χορευτής μπαχατά
Ο όρος bachatero αναφέρεται σε κάποιον που χορεύει ή παίζει μουσική μπαχατά, ένα είδος της λατινικής μουσικής που προέρχεται από τη Δομινικανή Δημοκρατία. Αυτή η μουσική συνοδεύει έναν ρομαντικό χορό και είναι πολύ δημοφιλής σε πολλές χώρες της Λατινικής Αμερικής, καθώς και σε άλλες περιοχές του κόσμου. Ο όρος χρησιμοποιείται συχνά στους τομείς της μουσικής και του χορού.
Η χρήση του μπορεί να παρατηρηθεί και στον προφορικό και στον γραπτό λόγο, αν και είναι πιο διαδεδομένο στον προφορικό λόγο μεταξύ των χορευτών και των μουσικών.
El bachatero bailó toda la noche en la fiesta.
Ο μπαχατέρο χόρεψε όλη τη νύχτα στο πάρτυ.
La música de bachatero es muy popular en Cuba.
Η μουσική του μπαχατέρο είναι πολύ δημοφιλής στην Κούβα.
En la clase de baile, el bachatero enseñó nuevos pasos a sus alumnos.
Στη μάθηση χορού, ο μπαχατέρος δίδαξε νέα βήματα στους μαθητές του.
Ο όρος "bachatero" δεν είναι ιδιαίτερα συνηθισμένος σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες εκφράσεις που συνδέονται με τη μουσική και τον χορό:
Soy un verdadero bachatero y siempre voy a las fiestas.
Είμαι ένας αληθινός μπαχατέρος και πάντα πηγαίνω στα πάρτυ.
En las bodas, no puede faltar un bachatero para animar la celebración.
Σε γάμους, δεν μπορεί να λείπει ένας μπαχατέρος για να ζωντανέψει την εκδήλωση.
El estilo del bachatero cautiva a todos los amantes del baile.
Το στυλ του μπαχατέρου γοητεύει όλους τους λάτρεις του χορού.
Η λέξη "bachatero" προέρχεται από το "bachata", που αναφέρεται στη μουσική και τον χορό αυτού του είδους. Η προέλευση του "bachata" είναι αβέβαιη, αλλά πιστεύεται ότι προέρχεται από τον όρο "bachar", που σημαίνει "να χορεύεις" στα ισπανικά.
Συνώνυμα:
- Χορευτής μπαχατά
- Μουσικός μπαχατά
Αντώνυμα:
- Δεν υπάρχουν καθαρά αντώνυμα στον τομέα της μουσικής και του χορού σχετικά με τη λέξη "bachatero", αλλά κάποιος που δεν χορεύει ή δεν ασχολείται με τη συγκεκριμένη μουσική θα μπορούσε να θεωρηθεί αντίθετος.