bachiller - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

bachiller (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "bachiller" είναι substantivo (ουσιαστικό) στη γλώσσα Ισπανικών.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή του "bachiller" είναι /ba.tʃiˈʎeɾ/ σύμφωνα με το Διεθνές Φωνητικό Αλφάβητο (IPA).

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "bachiller" αναφέρεται σε ένα άτομο που έχει ολοκληρώσει την εκπαίδευσή του σε επίπεδο δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης (λύκειο). Επιπλέον, το "bachiller" μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αναφερθεί στο επίσημο πιστοποιητικό που αποδεικνύει την ολοκλήρωση αυτής της εκπαίδευσης. Η χρήση της λέξης είναι κοινή στον προφορικό και γραπτό λόγο, ωστόσο μπορεί να παρατηρηθεί σε περισσότερες επίσημες ή εκπαιδευτικές καταστάσεις.

Παράδειγμα προτάσεων

  1. Mi hermano se graduó como bachiller el año pasado.
    (Ο αδερφός μου αποφοίτησε ως απόφοιτος λυκείου πέρυσι.)

  2. Para entrar a la universidad, necesitas ser bachiller.
    (Για να μπεις στο πανεπιστήμιο, πρέπει να είσαι απόφοιτος λυκείου.)

  3. El título de bachiller es muy importante en el mundo laboral.
    (Το πτυχίο απολυτηρίου είναι πολύ σημαντικό στον κόσμο της εργασίας.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "bachiller" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις γύρω της, αλλά συνδέεται με διάφορα συμφραζόμενα στην εκπαίδευση και τη ζωή μετά το σχολείο.

Ετυμολογία

Η λέξη "bachiller" προέρχεται από το λατινικό "baccalarius", που αναφέρεται σε κάποιον που είναι κάτοχος ενός πτυχίου, συνήθως σε επίπεδο βασικών σπουδών.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - licenciado (απόφοιτος πανεπιστημίου) - graduado (αποφοίτος)

Αντώνυμα: - analfabeto (αγράμματος) - no graduado (μη αποφοιτημένος)



23-07-2024