Η λέξη "bajeza" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
/baxeθa/
Η λέξη "bajeza" αναφέρεται σε κατάσταση κατωτερότητας ή έλλειψης αξίας και αξιοπρέπειας. Συνήθως χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που είναι κατώτερο ή κακό σε ποιότητα. Η λέξη μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορα πλαίσια, είτε γραπτά είτε προφορικά, αν και οι περισσότερες φορές συναντάται σε γραπτό λόγο και πιο επίσημες συζητήσεις.
Η λέξη "bajeza" δεν είναι απόλυτα κοινή στον καθημερινό προφορικό λόγο, αλλά έχει συχνή παρουσία σε λογοτεχνικά κείμενα και σε γραπτές αναλύσεις.
La bajeza de su comportamiento fue evidente durante la reunión.
(Η κατωτερότητα της συμπεριφοράς του ήταν προφανής κατά τη διάρκεια της συνάντησης.)
Vivir en la bajeza no trae verdadera felicidad.
(Η ζωή στην κατωτερότητα δεν φέρει αληθινή ευτυχία.)
Η λέξη "bajeza" χρησιμοποιείται σπάνια σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να ενσωματωθεί σε φράσεις που σχετίζονται με την αθλιότητα ή έλλειψη ήθους:
No hay bajeza que no sea castigada en el tiempo.
(Δεν υπάρχει κατωτερότητα που να μην τιμωρηθεί με το χρόνο.)
La bajeza de sus acciones fue condenada por todos.
(Η κατωτερότητα των πράξεών του καταδικάστηκε από όλους.)
Η λέξη "bajeza" προέρχεται από το ισπανικό "bajo" που σημαίνει "χαμηλός" και έχει σχέση με την έννοια της κατωτερότητας.