Το "balanceo" είναι ουσιαστικό.
/balanˈθe.o/ (στην Ισπανία) ή /balanˈse.o/ (σε χώρες της Λατινικής Αμερικής).
Η λέξη "balanceo" αναφέρεται στη δράση ή κατάσταση του να διατηρείς μια ισορροπία ή να κινείσαι ταλαντευόμενα. Χρησιμοποιείται σε διάφορους τομείς, όπως στη φυσική (ισορροπία δυνάμεων), τη μηχανική (ισορροπία μηχανών) και την καθημερινή ζωή (ταλάντευση σώματος). Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή και απαντάται κυρίως στο γραπτό πλαίσιο, αλλά και στην προφορική ομιλία.
El balanceo del barco es fundamental para la seguridad de los pasajeros.
(Η ταλάντευση του πλοίου είναι θεμελιώδης για την ασφάλεια των επιβατών.)
Durante el ejercicio, el balanceo del cuerpo ayuda a mantener el equilibrio.
(Κατά τη διάρκεια της άσκησης, η ισορροπία του σώματος βοηθά να διατηρηθεί η ισορροπία.)
La técnica del balanceo es crucial en la danza.
(Η τεχνική του κούνηματος είναι κρίσιμη στη χορευτική τέχνη.)
Ακολουθούν κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις με τη λέξη "balanceo":
En la vida es importante hacer balanceo para no caer en excesos.
(Στη ζωή είναι σημαντικό να έχεις ισορροπία για να μην πέσεις σε υπερβολές.)
Balanceo emocional
(Συναισθηματική ισορροπία.)
Trabajar en el balanceo emocional es clave para un bienestar integral.
(Η εργασία στην συναισθηματική ισορροπία είναι κλειδί για μια ολοκληρωμένη ευημερία.)
El balanceo de ideas
(Η ισορροπία ιδεών.)
Η λέξη "balanceo" προέρχεται από το ρήμα "balancear", που σημαίνει "ισορροπώ", και από το λατινικό "bilanx", που αναφέρεται σε ζυγό ή ισορροπία.
Συνώνυμα: - oscilación (ταλάντευση) - equilibrio (ισορροπία)
Αντώνυμα: - desbalanceo (ανισορροπία) - inestabilidad (ασταθές)
Αυτές οι πληροφορίες προσφέρουν μια ολοκληρωμένη κατανόηση της λέξης "balanceo" στα Ισπανικά.