balar - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

balar (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "balar" είναι ρήμα.

Φωνητική μεταγραφή

[balaɾ]

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Το "balar" είναι η ενέργεια που περιγράφει τη φωνή ή τον ήχο που παράγουν κυρίως τα πρόβατα και άλλα ζώα. Χρησιμοποιείται κυρίως για να αναφερθεί στους ήχους που κάνουν αυτά τα ζώα κατά τη διάρκεια της επικοινωνίας τους. Είναι μια λέξη που μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και η χρήση της είναι συχνότερη στον προφορικό, ιδίως σε συνομιλίες που αφορούν τη γεωργία ή τα ζώα.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Los corderos comienzan a balar al amanecer.
  2. Τα αρνιά αρχίζουν να βαρούν το πρωί.

  3. Cuando el perro escuchó a los ovejas balar, se volvió loco.

  4. Όταν ο σκύλος άκουσε τα πρόβατα να βαράνε, τρελάθηκε.

  5. En el campo, es normal oír a los animales balar durante el día.

  6. Στο χωριό, είναι φυσιολογικό να ακούς τα ζώα να βαρούν κατά τη διάρκεια της μέρας.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Δεν υπάρχουν πολλές ιδιωματικές εκφράσεις που να χρησιμοποιούν τη λέξη "balar", αλλά μπορεί να εμφανίζεται σε φράσεις που περιγράφουν ήχους ή καταστάσεις που σχετίζονται με ζώα.

  1. ¡Qué ruido hacen los ovejas al balar!
  2. Τι θόρυβο κάνουν τα πρόβατα όταν βαράνε!

  3. Escuchar a las ovejas balar es muy relajante.

  4. Να ακούς τα πρόβατα να βαρούν είναι πολύ χαλαρωτικό.

  5. El granjero sabe cuándo sus ovejas van a balar.

  6. Ο αγρότης ξέρει πότε θα βαρέσουν τα πρόβατά του.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "balar" προέρχεται από το λατινικό ρήμα "balare," που σημαίνει "να βαρεί."

Συνώνυμα και Αντώνυμα



23-07-2024