Η λέξη "baldosa" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Phonetic transcription using the International Phonetic Alphabet: /balˈðo.sa/
Η λέξη "baldosa" αναφέρεται σε ένα επίπεδο κομμάτι από υλικό (σημαντικά από κεραμικά ή άλλες συνθετικές ύλες) που χρησιμοποιείται για την κάλυψη δαπέδων ή τοίχων. Συχνά χρησιμοποιείται σε κατασκευές και διακοσμήσεις εσωτερικών και εξωτερικών χώρων. Η χρήση της είναι συχνή και στις προφορικές και γραπτές συνθήκες, με ίσως μια ελαφρά προτίμηση στη γραπτή γλώσσα λόγω της τεχνικής της φύσης.
Η λέξη "baldosa" δεν είναι συχνά ενσωματωμένη σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες περιπτώσεις:
Tienes que pisar en baldosas si no quieres caer.
Cambiar de baldosa σημαίνει "να αλλάξω πλακάκι", που συνήθως δίνεται ως αλληγορία για αλλαγή ή μεταβολή στην πορεία κάποιου.
A veces, es bueno cambiar de baldosa en la vida.
Baldosa que se levanta, piedra que me impide andar είναι μια φράση που εκφράζει την απογοήτευση σε καθημερινές καταστάσεις.
Η λέξη "baldosa" έχει τις ρίζες της στα λατινικά. Προέρχεται από το λατινικό "baldosus", το οποίο σημαίνει "επίπεδο" ή "ισχυρό".
Συνώνυμα: - πλακίδιο - πλακάκι - κεραμίδι
Αντώνυμα: - καμπύλη (σε σχέση με την μορφή)
Αυτή η ανάλυση της λέξης "baldosa" προσφέρει μια πλήρη εικόνα του πώς προσαρμόζεται και χρησιμοποιείται στη γλώσσα των ισπανικών.