Το "balizamiento" είναι ουσιαστικό.
/balithaɪ̯θ̪aˈmento/
Η λέξη "balizamiento" αναφέρεται στη διαδικασία σηματοδότησης, που συνήθως σχετίζεται με την τοποθέτηση φάρων ή σημάτων για την κατεύθυνση και την ασφάλεια, κυρίως στους τομείς της ναυσιπλοΐας και της αεροπορίας. Χρησιμοποιείται σε επίσημα και τεχνικά κείμενα, καθώς και σε συνομιλίες που αφορούν την ασφάλεια των μεταφορών.
Η σηματοδότηση της θαλάσσιας διαδρομής είναι κρίσιμη για την ασφάλεια των πλοίων.
El nuevo balizamiento del aeropuerto facilitará la llegada de más vuelos.
Η λέξη "balizamiento" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά σχετίζεται με τη σημασία της ασφάλειας στις μεταφορές.
Η σαφής σηματοδότηση του δρόμου αποτρέπει ατυχήματα.
Para un buen balizamiento, es importante la visibilidad y la precisión.
Για καλή σηματοδότηση, είναι σημαντική η ορατότητα και η ακρίβεια.
El balizamiento en el mar ayuda a los navegantes a orientarse.
Η λέξη προέρχεται από το λατινικό "balisare", που σημαίνει "σηματοδοτώ" ή "συμβολίζω". Στη διάρκεια των αιώνων, η λέξη χρησιμοποιήθηκε κυρίως στον τομέα της ναυσιπλοΐας και της αεροπορίας.
marcaje (σήμανση)
Αντώνυμα:
Το "balizamiento" είναι μια σημασία που έχει κεντρικό ρόλο στην ασφάλεια των μεταφορών, αποδεικνύοντας την αναγκαιότητά της σε διάφορους τομείς, ιδιαίτερα σε τεχνικά και επίσημα περιβάλλοντα.