Το "brebaje" είναι ουσιαστικό.
/βρεˈβaxe/
Η λέξη "brebaje" αναφέρεται συνήθως σε ένα παρασκεύασμα ή ένα φίλτρο, συχνά με μαγικές ή φαρμακευτικές ιδιότητες. Χρησιμοποιείται σε γενικό και αρχαϊκό πλαίσιο για να περιγράψει υγρά που παρασκευάζονται για θεραπευτικούς ή μυστικιστικούς σκοπούς.
Η συχνότητα χρήσης της είναι πιο διαδεδομένη σε γραπτά κείμενα και λογοτεχνία παρά στον προφορικό λόγο.
El anciano preparó un brebaje misterioso para curar a su nieto.
Ο γέρος προετοίμασε ένα μυστικιστικό παρασκεύασμα για να θεραπεύσει τον εγγονό του.
Los alquimistas creían que el brebaje podía otorgar la inmortalidad.
Οι αλχημιστές πίστευαν ότι το παρασκεύασμα μπορούσε να προσφέρει αθανασία.
En la antigüedad, se utilizaban brebajes para rituales sagrados.
Στην αρχαιότητα, χρησιμοποιούνταν παρασκευάσματα για ιερούς τελετές.
Η λέξη "brebaje" μπορεί να συναντηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις:
Hacer un brebaje.
Να φτιάξεις ένα παρασκεύασμα.
(Προβλήματα ή δυσκολίες στην προετοιμασία κάποιου πλάνου ή επιχείρησης.)
Brebaje de amor.
Φίλτρο αγάπης.
(Αναφέρεται σε ό,τι μπορεί να προσελκύσει ή να διατηρήσει την αγάπη μεταξύ δύο ανθρώπων.)
El brebaje de la sabiduría.
Το παρασκεύασμα της σοφίας.
(Κάτι που περιέχει πολύτιμες γνώσεις ή διδάγματα.)
Cuidado con el brebaje que preparas.
Πρόσεξε με το παρασκεύασμα που φτιάχνεις.
(Σημείωση προσοχής για τις συνέπειες των ενεργειών κάποιου.)
El brebaje del destino.
Το παρασκεύασμα της μοίρας.
(Η έννοια ότι κάποια γεγονότα είναι καθορισμένα ή προδιαγεγραμμένα.)
Η λέξη "brebaje" προέρχεται από το λατινικό "brebātio", που σημαίνει "παρασκευασμένο υγρό", και σχετίζεται με την έννοια των ακατέργαστων ή πρωτόγονων φαρμάκων.