brevedad: ουσιαστικό (feminine)
bɾeβeˈðað
Η λέξη brevedad χρησιμοποιείται για να περιγράψει την ιδιότητα του να είναι κάτι σύντομο ή περιορισμένο σε διάρκεια ή μήκος. Στη γλώσσα των Ισπανών, χρησιμοποιείται συχνά σε διάφορες περιπτώσεις όπως εμφανίσεις κειμένων, ομιλίες ή αναφορές όπου απαιτείται συνοπτική παρουσίαση.
Χρησιμότητα: Η λέξη brevedad έχει υψηλή συχνότητα χρήσης, επαναλαμβάνεται κυρίως σε γραπτό λόγο, αλλά και σε προφορικές συζητήσεις όπως όταν οι ομιλητές τονίζουν την ανάγκη για μια σαφή και συνοπτική επικοινωνία.
La brevedad es esencial en un informe profesional.
Η συντομία είναι απαραίτητη σε μια επαγγελματική αναφορά.
La brevedad de su presentación sorprendió a todos.
Η συντομία της παρουσίασής του εξέπληξε όλους.
Η λέξη brevedad δεν είναι ιδιαίτερα comuns σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με φράσεις που αναφέρονται στην ανάγκη ή την επιθυμία για συντομία ή συνοπτικότητα. Ακολουθούν ορισμένες χρήσιμες προτάσεις:
En la brevedad está la clave del éxito en las comunicaciones.
Στη συντομία βρίσκεται το κλειδί της επιτυχίας στην επικοινωνία.
La brevedad de la respuesta fue apreciada.
Η συντομία της απάντησης εκτιμήθηκε.
Su estilo de escritura destaca por la brevedad y claridad.
Το στυλ της γραφής της ξεχωρίζει για τη συντομία και τη σαφήνεια.
Η λέξη brevedad προέρχεται από το λατινικό "brevitas", που σημαίνει "κοντότητα". Στην πορεία της ιστορίας, η έννοια εξελίχθηκε για να αναφέρεται στη συνοπτικότητα και τη σύντομη μορφή παρουσίασης.
Συνώνυμα: - concisión (συνοπτικότητα) - simplicidad (απλότητα)
Αντώνυμα: - extensión (επέκταση) - profundidad (βάθος)
Αυτή η ανάλυση της λέξης brevedad δείχνει τη σημαντικότητα της στην ισπανική γλώσσα, καθώς και τις δυνατότητες που παρέχει για συνοπτική επικοινωνία.