brusquedad είναι ουσιαστικό.
/bɾus.keˈðað/
Η λέξη brusquedad αναφέρεται σε μια απότομη ή αγενή συμπεριφορά και μπορεί να σχετίζεται με την έλλειψη ευγένειας ή την επιτακτική έκφραση. Χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει τον τόνο της φωνής ή τη στάση ενός ατόμου που είναι απότομοι ή αγενές. Η χρήση της λέξης είναι συνηθισμένη, και μπορεί να προκύψει περισσότερο σε γραπτά κείμενα, αν και είναι επίσης πιθανό να χρησιμοποιηθεί στον προφορικό λόγο.
Su brusquedad sorprendió a todos en la reunión.
(Η απότομη συμπεριφορά του ξάφνιασε όλους στη συνάντηση.)
No entiendo su brusquedad, siempre ha sido tan amable.
(Δεν καταλαβαίνω την απότομη συμπεριφορά του, πάντα ήταν τόσο ευγενικός.)
Η λέξη brusquedad δεν χρησιμοποιείται συχνά σε συγκεκριμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί με άλλες λέξεις για να δημιουργήσει εκφράσεις που αναφέρονται στην αγένεια ή την απότομη συμπεριφορά.
Su respuesta fue llena de brusquedad.
(Η απάντησή του ήταν γεμάτη απότομες αναφορές.)
La brusquedad de sus palabras dejó a todos en silencio.
(Η απότομη φύση των λέξεών του άφησε όλους σε σιωπή.)
A veces, la brusquedad puede ocultar una gran tristeza.
(Κάποιες φορές, η απότομη συμπεριφορά μπορεί να κρύβει μεγάλη θλίψη.)
Η λέξη brusquedad προέρχεται από το "brusco", το οποίο στα Ισπανικά σημαίνει "απότομος" ή "αγενής". Η κατάληξη -edad χρησιμοποιείται για να σχηματίσει ουσιαστικά που εκφράζουν μια ποιότητα ή κατάσταση.
Συνώνυμα: - aspereza (τραχύτητα) - rudeza (αγένεια) - brusquedad (απότομη συμπεριφορά)
Αντώνυμα: - amabilidad (ευγένεια) - cortesía (ευγένεια) - suavidad (μαλακότητα)