bruto - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

bruto (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Ρήμα (οριστικό και απαρέμφατο), συχνά χρησιμοποιούμενο ως επίθετο.

Φωνητική μεταγραφή

/ˈbɾuto/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η λέξη "bruto" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που δεν έχει υποστεί επεξεργασία ή καθαρισμό. Στην οικονομία, αναφέρεται συχνά σε ποσότητες πριν από τη μείωση φόρων ή άλλων εξόδων, όπως για παράδειγμα το ακαθάριστο εισόδημα ή τα ακαθάριστα κέρδη. Η λέξη χρησιμοποιείται επίσης σε γενικές συζητήσεις για να περιγράψει κάτι το οποίο είναι αρχικό ή μη επεξεργασμένο. Στη γλώσσα των Ισπανικών, η συχνότητα χρήσης του "bruto" είναι σχετική, με περισσότερο προφορικό λόγο αλλά και γραπτό στις επιχειρήσεις ή την οικονομία.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. El ingreso bruto de la empresa ha aumentado este año.
  2. Το ακαθάριστο εισόδημα της επιχείρησης έχει αυξηθεί φέτος.

  3. Es importante calcular los costos brutos antes de determinar el precio de venta.

  4. Είναι σημαντικό να υπολογιστούν τα ακαθάριστα κόστη πριν προσδιοριστεί η τιμή πώλησης.

  5. Los salarios brutos incluyen impuestos que se descuentan posteriormente.

  6. Οι ακαθάριστοι μισθοί περιλαμβάνουν φόρους που αφαιρούνται αργότερα.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "bruto" χρησιμοποιείται επίσης σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις:

  1. Cifras brutas: Se refiere a los números o cantidades sin deducciones.
  2. Ακαθάριστοι αριθμοί: Αναφέρεται σε αριθμούς ή ποσότητες χωρίς αφαιρέσεις.

  3. Ingreso bruto: El total de ingresos antes de impuestos.

  4. Ακαθάριστο εισόδημα: Το σύνολο των εισοδημάτων πριν από τους φόρους.

  5. Utilidad bruta: Las ganancias antes de deducir los gastos.

  6. Ακαθάριστο κέρδος: Τα κέρδη πριν από την αφαίρεση των εξόδων.

  7. Costo bruto: El precio total sin descuentos o reducciones.

  8. Ακαθάριστο κόστος: Η συνολική τιμή χωρίς εκπτώσεις ή μειώσεις.

  9. Ingresos brutos ajustados: Una medida que tiene en cuenta modificaciones por deducciones.

  10. Ακαθάριστα προσαρμοσμένα εισοδήματα: Ένα μέτρο που λαμβάνει υπόψη τροποποιήσεις μέσω αφαιρέσεων.

Ετυμολογία της λέξης

Η λέξη "bruto" προέρχεται από το λατινικό "brutus", που σημαίνει "βαρύς" ή "άξεστος", και έχει εξελιχθεί στη σύγχρονη Ισπανική γλώσσα με τη σημασία των ακαθάριστων ή μη επεξεργασμένων στοιχείων.

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα:
- Akerio (καθαρισμένος) - Total (συνολικός)

Αντώνυμα:
- Limpio (καθαρός) - Neto (καθαρός, αφού έχουν αφαιρεθεί οι φόροι)



22-07-2024