buen - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

buen (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η λέξη "buen" είναι επίθετο στην ισπανική γλώσσα.

Φωνητική μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "buen" με χρήση του διεθνούς φωνητικού αλφάβητου είναι: /bwen/.

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Η λέξη "buen" μεταφράζεται στα ελληνικά ως "καλός" και είναι μια σύντομη μορφή του επίθετου "bueno".

Σημασία και χρήση

Η λέξη "buen" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι θετικό ή ευνοϊκό. Αν και είναι ένα επίθετο, χρησιμοποιείται πιο συχνά σε προτάσεις για να διαφοροποιήσει ή να επισημάνει τις ποιότητες των ουσιαστικών. Στην ισπανική γλώσσα, η χρήση του είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, και είναι ένα βασικό χαρακτηριστικό της καθημερινής επικοινωνίας.

Παραδειγματικές προτάσεις

  1. "Él es un buen amigo."
    (Αυτός είναι ένας καλός φίλος.)

  2. "Tuviste un buen día."
    (Είχες μια καλή μέρα.)

  3. "Es un buen momento para reflexionar."
    (Είναι μια καλή στιγμή για να σκεφτείς.)

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η λέξη "buen" έχει χρησιμοποιηθεί σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στην ισπανική γλώσσα:

  1. "De bien en mejor"
    (Από το καλό στο καλύτερο.)
    Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια θετική εξέλιξη.

  2. "Estar en buen camino"
    (Να είσαι σε καλό δρόμο.)
    Σημαίνει ότι κάποιος προχωράει στη σωστή κατεύθυνση.

  3. "Hacer algo de buena gana"
    (Να κάνεις κάτι με καλή διάθεση.)
    Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που ενεργεί προαιρετικά και ευχάριστα.

  4. "Por un buen rato"
    (Για πολύ καιρό.)
    Σημαίνει ότι κάτι διαρκεί αρκετά.

  5. "Ser un buen partido"
    (Να είσαι καλός προορισμός - σε σχέση.)
    Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι καλός σύντροφος.

Ετυμολογία

Η λέξη "buen" προέρχεται από το λατινικό "bonus", που σημαίνει καλός. Στην ισπανική γλώσσα, χρησιμοποιείται ευρέως και κυρίως ως η σύντομη μορφή του "bueno".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: excelente (εξαιρετικός), óptimo (βέλτιστος), favorable (ευνοϊκός).

Αντώνυμα: malo (κακός), pésimo (άθλιος), desafortunado (κακοτυχής).



23-07-2024