Η λέξη "bufete" είναι ουσιαστικό.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "bufete" είναι: [buˈfete].
Η λέξη "bufete" χρησιμοποιείται κυρίως για να αναφέρεται σε ένα δικηγορικό γραφείο ή σε μια νομική επιχείρηση όπου εργάζονται δικηγόροι. Είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη στον γραπτό λόγο, αν και μπορεί να χρησιμοποιηθεί και στην προφορική γλώσσα, ιδιαίτερα σε νομικές συζητήσεις. Η συχνότητα χρήσης της λέξης ποικίλλει ανάλογα με το νομικό πλαίσιο.
El bufete de abogados tiene una gran reputación en la ciudad.
(Το δικηγορικό γραφείο έχει μεγάλη φήμη στην πόλη.)
Mi amigo trabaja en un bufete especializado en derechos humanos.
(Ο φίλος μου δουλεύει σε ένα γραφείο που ειδικεύεται στα ανθρώπινα δικαιώματα.)
Η λέξη "bufete" δεν έχει πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε κάποιες καταστάσεις που σχετίζονται με τον νομικό κόσμο:
Bufete de ensueño
(Ονειρεμένο δικηγορικό γραφείο)
Se dice que el bufete de ensueño es aquel que todos los abogados quieren pertenecer.
(Λέγεται ότι το ονειρεμένο δικηγορικό γραφείο είναι εκείνο στο οποίο θέλουν να ανήκουν όλοι οι δικηγόροι.)
Trabajo en bufete
(Δουλειά σε δικηγορικό γραφείο)
Estoy muy contento porque tengo trabajo en un bufete renombrado.
(Είμαι πολύ ευτυχισμένος γιατί έχω δουλειά σε ένα γνωστό δικηγορικό γραφείο.)
Η λέξη "bufete" προέρχεται από το γαλλικό "bufet", που σημαίνει αρχικά "μικρή καλή αίθουσα" ή "γραφείο". Η λέξη έχει ενσωματωθεί στην ισπανική γλώσσα και έχει αποκτήσει συγκεκριμένη νομική σημασία.
Συνώνυμα: - despacho (γραφείο) - oficina de abogados (γραφείο δικηγόρων)
Αντώνυμα: - incapacidad (ανικανότητα) - desorganización (αταξία)
Αυτό το περιεχόμενο προσφέρει μια ολοκληρωμένη άποψη για τη λέξη "bufete" στο ισπανικά, καλύπτοντας την σημασία της, χρήσεις, παραδείγματα και σχετικές έννοιες.