Το "bullicio" είναι ουσιαστικό (sustantivo) στη γλώσσα Ισπανικά.
Φωνητική μεταγραφή: [buˈliθjo] (στην Ισπανία) / [buˈlɪsio] (στη Λατινική Αμερική).
Η λέξη "bullicio" αναφέρεται σε κατάσταση θορύβου, ακαταστασίας ή αναστάτωσης, συνήθως λόγω της παρουσίας πολλών ανθρώπων ή δραστηριοτήτων σε ένα συγκεκριμένο χώρο. Χρησιμοποιείται συχνά σε γραπτό και προφορικό λόγο και μπορεί να περιγράψει ένα ζωντανό ή πολυσύχναστο περιβάλλον.
Ο όρος "bullicio" είναι πιο συνήθης σε γραπτό πλαίσιο, αλλά χρησιμοποιείται και στον προφορικό λόγο, κυρίως για να περιγράψει σκηνές πολυκοσμίας ή αναστάτωσης.
Η φασαρία στην πλατεία ήταν εντυπωσιακή κατά τη διάρκεια της γιορτής.
Me gusta el bullicio de la ciudad en verano.
Μου αρέσει η φασαρία της πόλης το καλοκαίρι.
El bullicio de los niños en el parque alegró el día.
Η λέξη "bullicio" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις για να περιγράψει μια κατάσταση που σχετίζεται με θόρυβο ή πολύ κόσμο.
Υπήρχε μια φασαρία που δεν μπορούσες να αγνοήσεις στην αγορά.
"El bullicio de la fiesta se apoderó de la calle."
Η φασαρία της γιορτής κατέλαβε τον δρόμο.
"Me gusta el bullicio de la vida nocturna."
Μου αρέσει η φασαρία της νυχτερινής ζωής.
"A veces, el bullicio de la oficina puede ser abrumador."
Μερικές φορές, η φασαρία του γραφείου μπορεί να είναι συντριπτική.
"El bullicio en la celebración reflejaba la alegría de todos."
Η λέξη "bullicio" προέρχεται από το ρήμα "bullir", που σημαίνει "βράζει" ή "κινείται". Ενσωματώνει την έννοια της κίνησης και της δραστηριότητας που προκαλεί θόρυβο.