Η λέξη "burbuja" είναι ένα ουσιαστικό (sustantivo) της θηλυκής μορφής.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "burbuja" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: [buɾˈβuxa]
Η λέξη "burbuja" μεταφράζεται στα ελληνικά ως: - φυσαλίδα - μπάλα αέρα
Στα ισπανικά, η λέξη "burbuja" αναφέρεται κυρίως σε μια φυσαλίδα ή μπαλίτσα αέρα που μπορεί να σχηματιστεί σε υγρά ή και σε αέριες καταστάσεις. Χρησιμοποιείται και σε μεταφορικό πλαίσιο, όπως σε οικονομικές αναλύσεις (π.χ. "περιουσιακή φυσαλίδα"). Η συχνότητα χρήσης της είναι υψηλή, και εμφανίζεται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο.
La burbuja de jabón es muy frágil.
(Η φυσαλίδα σαπουνιού είναι πολύ εύθραυστη.)
El mercado inmobiliario está en una burbuja.
(Η αγορά ακινήτων είναι σε μια φυσαλίδα.)
Η λέξη "burbuja" χρησιμοποιείται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις:
Estar en una burbuja.
(Να βρίσκεσαι σε μια φυσαλίδα.)
Suele referirse a estar desconectado de la realidad.
(Συνήθως αναφέρεται στην αποσύνδεση από την πραγματικότητα.)
Romper la burbuja.
(Σπάω τη φυσαλίδα.)
Significa dejar atrás ilusiones o protecciones.
(Σημαίνει να αφήνεις πίσω αυταπάτες ή προστασίες.)
Vivir en una burbuja.
(Να ζεις σε μια φυσαλίδα.)
Se utiliza para describir a alguien que no se da cuenta de la realidad que le rodea.
(Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που δεν αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα γύρω του.)
Η λέξη "burbuja" προέρχεται από το λατινικό "burbuja", που σημαίνει φυσαλίδα ή σφαίρα.
Συνώνυμα: - Bola (μπάλα) - Esfera (σφαίρα)
Αντώνυμα: - Plana (πλακωτή) - Sólida (συμπαγής)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης "burbuja" και της χρήσης της στην ισπανική γλώσσα.