Η λέξη buzo στα Ισπανικά μπορεί να έχει διαφορετικές σημασίες ανάλογα με το συμφραζόμενο. - Γενικά: αναφέρεται σε ρουχισμό, συγκεκριμένα σε βιώσιμο ή ζεστό ρουχισμό που χρησιμοποιείται σε επαγγελματικά περιβάλλοντα ή για υποβρύχια δραστηριότητα. - Στρατιωτικά: μπορεί να αναφέρεται σε ειδικές στολές που χρησιμοποιούνται από στρατιωτικό προσωπικό κατά τις υποβρύχιες αποστολές. - Argot: αντιπροσωπεύει μια υποκουλτούρα ή ειδική γλώσσα, αλλά δεν έχει κάποιον ιδιαίτερο συμβολισμό πρώτης τάξεως.
Η χρήση του είναι σχετικά συχνή και παραπάνω στον προφορικό λόγο, ειδικά σε πλαισιακά που αφορούν την εργασία ή δραστηριότητες που σχετίζονται με το νερό.
Ο βουτικός φόρεσε για να καταδυθεί στη θάλασσα.
Los buzos militares entrenan en condiciones extremas.
Οι στρατιωτικοί βουτικοί εκπαιδεύονται σε ακραίες συνθήκες.
Mi hermano tiene un buzo muy cálido para el invierno.
Ένας βουτικός ανάμεσα στους καρχαρίες.
Ser un buzo físico: Αναφέρεται σε κάποιον που έχει μεγάλη αντοχή και μπορεί να χειριστεί δύσκολες καταστάσεις.
Να είσαι βουτικός της φυσικής.
Buzos de la vida: Δηλώνει άτομα που αντιμετωπίζουν δύσκολες αλλά καθημερινές καταστάσεις με θάρρος.
Η λέξη buzo προέρχεται από τη ρίζα που σχετίζεται με "bucear", το οποίο σημαίνει να καταδυθείς ή να βουτήξεις, πιθανόν από το λατινικό "buxo" που αναφερόταν σε υποβρύχια δραστηριότητα.