Η λέξη "calibrador" είναι ουσιαστικό.
Φωνητική μεταγραφή σύμφωνα με το διεθνές φωνητικό αλφάβητο (IPA): /ka.li.βɾa.ðoɾ/
Ο "calibrador" είναι ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται για τη μέτρηση ή την προσαρμογή των διαστάσεων ενός αντικειμένου. Χρησιμοποιείται ευρέως σε διάφορους τομείς όπως η μηχανική, η ιατρική, και η τεχνολογία. Η λέξη χρησιμοποιείται τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αν και η γραπτή χρήση είναι πιο συχνή σε τεχνικά κείμενα.
"El calibrador se usa para medir el diámetro de los tubos."
"Ο καλιμπραδόρος χρησιμοποιείται για την μέτρηση της διαμέτρου των σωληνώσεων."
"Es importante calibrar el calibrador antes de usarlo."
"Είναι σημαντικό να ρυθμίσετε τον καλιμπραδόρο πριν τον χρησιμοποιήσετε."
Η λέξη "calibrador" δεν χρησιμοποιείται συχνά σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να συνδυαστεί σε διάφορα πλαίσια που σχετίζονται με τη ρύθμιση ή την κατ' αποκοπήν μέτρηση.
"Calibrador de precisión"
"Καλιμπραδόρος ακριβείας" (αναφέρεται σε συσκευές που χρησιμοποιούνται για πολύ ακριβείς μετρήσεις)
"Usar el calibrador como referencia"
"Χρήση του καλιμπραδόρου ως αναφορά"
"El calibrador digital facilita las mediciones"
"Ο ψηφιακός καλιμπραδόρος διευκολύνει τις μετρήσεις"
Η λέξη "calibrador" προέρχεται από το ιταλικό "calibratore," που σημαίνει "ρυθμιστής" ή "μέτρημα." Στη ρίζα του, η λέξη "calibre" (διάμετρος) αναφέρεται στην μέτρηση.
Αυτή είναι η ολοκληρωμένη ανάλυση της λέξης "calibrador" στα Ισπανικά.