Το "calibrar" είναι ρήμα.
/haliˈβɾaɾ/
Το "calibrar" σημαίνει να ρυθμίζεις ή να μετράς με ακρίβεια, συνήθως για να διασφαλίσεις ότι οι μετρήσεις ή οι ρυθμίσεις είναι σωστές. Στη χρήση της ισπανικής γλώσσας, χρησιμοποιείται συχνά σε επιστημονικά και τεχνικά πλαίσια, όπως η ρύθμιση οργάνων ή συσκευών για τη σωστή λειτουργία τους. Είναι μέτριας συχνότητας χρήση, με μεγαλύτερη προτίμηση στη γραπτή μορφή.
Είναι σημαντικό να ρυθμίσετε το όργανο πριν το χρησιμοποιήσετε.
Tú debes calibrar el termómetro para asegurarte de que muestra la temperatura correctamente.
Πρέπει να ρυθμίσεις το θερμόμετρο για να διασφαλίσεις ότι δείχνει σωστά τη θερμοκρασία.
El ingeniero necesita calibrar las máquinas para evitar errores en la producción.
Στη ισπανική γλώσσα, η λέξη "calibrar" χρησιμοποιείται και σε κάποιες ιδιωματικές εκφράσεις:
(χρησιμοποιείται όταν χρειάζεται να επιλέξεις προσεκτικά τα λόγια σου).
Calibrar el tiempo.
(αναφέρεται στη διαχείριση του χρόνου για συγκεκριμένες δραστηριότητες).
No hay que calibrar demasiado.
Η λέξη "calibrar" προέρχεται από τη λατινική λέξη "calibra", που αναφέρεται στη διαδικασία μέτρησης ή ρύθμισης.
Συνώνυμα: - Ajustar (ρυθμίζω) - Medir (μετρώ)
Αντώνυμα: - Desajustar (απορρυθμίζω) - Ignorar (αγνοώ)