Η λέξη "caliente" είναι επίθετο.
Φωνητική μεταγραφή στην IPA: /ka.ljen.te/
Η λέξη "caliente" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να περιγράψει κάτι που έχει υψηλή θερμοκρασία. Συνήθως αναφέρεται σε φυσικά αντικείμενα (π.χ. φαγητό, αέρας) αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σε μεταφορικό επίπεδο, για συναισθήματα ή καταστάσεις.
Χρησία: Είναι μια κοινή λέξη που χρησιμοποιείται και στον προφορικό λόγο και στο γραπτό πλαίσιο. Η χρήση της είναι συχνή, ειδικά στη καθημερινή γλώσσα.
El café está caliente.
Ο καφές είναι ζεστός.
Hoy hace mucho calor, el día está caliente.
Σήμερα κάνει πολύ ζέστη, η μέρα είναι ζεστή.
Ten cuidado con la estufa, está muy caliente.
Πρόσεξε με την εστία, είναι πολύ καυτή.
Η λέξη "caliente" χρησιμοποιείται και σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις.
Estar en un ambiente caliente.
Να είσαι σε ένα θερμό περιβάλλον.
(Σημαίνει πως βρίσκεσαι σε μία κλιματική ή κοινωνική κατάσταση που προκαλεί πίεση ή ένταση.)
Estar caliente para algo.
Να είσαι εγκεκριμένος για κάτι.
(Σημαίνει ότι κάποιος έχει την επιθυμία ή είναι έτοιμος να αναλάβει μια πρόκληση.)
Temas calientes.
Δημοφιλή θέματα.
(Αναφέρεται σε θέματα που είναι της ώρας ή είναι επίκαιρα και συζητούνται έντονα.)
Mercado caliente.
Θερμή αγορά.
(Σημαίνει μια αγορά που είναι πολύ δημοφιλής ή σε μεγάλη ζήτηση.)
Η λέξη "caliente" προέρχεται από το λατινικό "calens" (που σημαίνει "θερμός") που προέρχεται από το ρήμα "calere".
Συνώνυμα: - caliente (καυτός) - ardiente (καυτός)
Αντώνυμα: - frío (κρύος) - helado (παγωμένος)