Η λέξη "calizo" είναι επίθετο.
/kaˈlitho/ (Σημείωση: Η φωνητική μεταγραφή μπορεί να διαφέρει ελαφρώς ανάλογα με την περιοχή της Ισπανίας.)
Η λέξη "calizo" σχετίζεται με τον ασβεστόλιθο (caliza), δηλαδή ένα πετρώδες υλικό που είναι κυρίως από ασβεστόλιθο. Χρησιμοποιείται κυρίως στη γεωλογία και την αρχιτεκτονική και μπορεί να αναφέρεται σε υλικά που περιέχουν ή είναι κατασκευασμένα από ασβεστόλιθο. Η χρήση της λέξης είναι πιο συχνή στον γραπτό λόγο, ειδικά σε τεχνικά ή επιστημονικά κείμενα.
Las montañas están formadas por rocas calizas.
(Οι βουνά σχηματίζονται από ασβεστολιθικές πέτρες.)
La casa antigua fue construida con piedra caliza.
(Το παλιό σπίτι κατασκευάστηκε από ασβεστόλιθο.)
Η λέξη "calizo" δεν είναι ιδιαίτερα συνηθισμένη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να σχετίζεται με φράσεις που αφορούν τη γεωλογία ή την αρχιτεκτονική. Δείτε μερικές προτάσεις:
El suelo calizo es ideal para el cultivo de ciertos tipos de plantas.
(Το ασβεστολιθικό έδαφος είναι ιδανικό για την καλλιέργεια ορισμένων τύπων φυτών.)
La región caliza tiene un paisaje único debido a su composición geológica.
(Η ασβεστολιθική περιοχή έχει ένα μοναδικό τοπίο λόγω της γεωλογικής της σύνθεσης.)
Los canales subterráneos de agua se forman en áreas calizas.
(Οι υπόγειοι υδατικοί δρόμοι σχηματίζονται σε ασβεστολιθικές περιοχές.)
Η λέξη "calizo" προέρχεται από τη λατινική λέξη "calx", που σημαίνει "ασβέστης", αναφερόμενη στο ασβεστόλιθο, που είναι μια πρωτεύουσα πηγή ασβέστη.
Συνώνυμα: - calcáreo - de caliza
Αντώνυμα: Δεν υπάρχουν ακριβή αντώνυμα, καθώς "calizo" χρησιμοποιείται συνήθως σε πολύ συγκεκριμένο γεωλογικό και αρχιτεκτονικό πλαίσιο. Ανάλογα με την περίπτωση, μπορεί να αναφέρεται σε πέτρες ή υλικά που δεν περιέχουν ασβέστη (π.χ. σιλικόνη ή άλλα μεταλλεύματα).