Η λέξη "callejuela" είναι ένα ουσιαστικό.
/kajeˈwela/
Η "callejuela" αναφέρεται σε έναν μικρό και στενό δρόμο ή δρομάκι, συχνά σε αστικές περιοχές. Χρησιμοποιείται συχνά για να περιγράψει μικρές όψεις ή περιοχές που είναι λιγότερο γνωστές ή πολυσύχναστες.
Η χρήση της σε προφορικό και γραπτό λόγο είναι περίπου ισοδύναμη, αν και υπάρχει μια ελαφριά προτίμηση για την προφορική χρήση λόγω του μη επίσημου χαρακτήρα της λέξης. Συχνά χρησιμοποιείται για να προσδιορίσει ή να περιγράψει το περιβάλλον μιας πόλης ή ενός χωριού.
Περπατήσαμε σε ένα μαγευτικό δρομάκι.
La callejuela estaba llena de flores.
Το δρομάκι ήταν γεμάτο λουλούδια.
Los niños jugaron en la callejuela durante horas.
Η "callejuela" δεν είναι ευρέως χρησιμοποιούμενη σε ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά σε συνδυασμούς μπορεί να την δείτε να χρησιμοποιείται σε φράσεις που σχετίζονται με τον τοπικό χάρτη ή την ατμόσφαιρα μιας περιοχής.
Χάσαμε την κατεύθυνση σε ένα δρομάκι.
La callejuela lleva a un hermoso parque.
Το δρομάκι οδηγεί σε ένα όμορφο πάρκο.
Nunca había visto una callejuela tan bonita.
Η λέξη "callejuela" προέρχεται από το ισπανικό "calle", που σημαίνει "δρόμος". Το "-uela" είναι ένα υποκοριστικό, που σημαίνει ότι η λέξη αναφέρεται σε κάτι μικρότερο ή πιο χαριτωμένο.
Συνώνυμα: - callecita (μικρός δρόμος)
Αντώνυμα: - calle (δρόμος) - avenida (λεωφόρος)