Η λέξη "calvicie" είναι ουσιαστικό θηλυκού φύλου.
Φωνητική μεταγραφή: /kalˈβiθie/
Η λέξη "calvicie" αναφέρεται στην απώλεια μαλλιών ή την φαλάκρα, που μπορεί να είναι πλήρης ή μερική. Χρησιμοποιείται συχνά σε ιατρικά και κοσμητικά συμφραζόμενα, όταν εξετάζεται η υγεία των μαλλιών ή η αιτία της απώλειας των τριχών. Η λέξη είναι αρκετά συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, ειδικότερα στην ιατρική και την κοσμετολογία.
La calvicie puede ser hereditaria.
(Η αλωπεκία μπορεί να είναι κληρονομική.)
Muchas personas se sienten inseguras debido a la calvicie.
(Πολλά άτομα αισθάνονται ανασφάλεια λόγω της αλωπεκίας.)
Existen tratamientos para combatir la calvicie.
(Υπάρχουν θεραπείες για να καταπολεμήσουν την αλωπεκία.)
Η λέξη "calvicie" δεν χρησιμοποιείται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις, ωστόσο, υπάρχουν μερικές λέξεις και φράσεις που σχετίζονται με την απώλεια μαλλιών:
Estar calvo como una bola
(Να είσαι φαλακρός όπως μια μπάλα) – Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι εντελώς φαλακρός.
La calvicie no es un defecto, es simplemente un estado natural. (Η αλωπεκία δεν είναι ελάττωμα, είναι απλώς μια φυσική κατάσταση.) – Χρησιμοποιείται για να τονίσει ότι η φαλάκρα είναι φυσιολογική.
Algunas personas llevan la calvicie con orgullo.
(Ορισμένοι άνθρωποι φέρουν την αλωπεκία με υπερηφάνεια.)
Η λέξη προέρχεται από το λατινικό "calvicia", το οποίο είναι παράγωγο του "calvus" που σημαίνει "φαλακρός".
Συνώνυμα:
- Alopexia
Αντώνυμα:
- Cabello (μαλλιά)
- Pelado (κυριολεκτικά σημαίνει "καλύπτεται με τρίχες", δεν χρησιμοποιείται κυρίως ως αντίθετο αλλά μπορεί να δώσει την αίσθηση τις παρουσίας τρίχας).