Το "convenido" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή του "convenido" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου (IPA) είναι: /kon.βe.'ni.ðo/
Η λέξη "convenido" προέρχεται από το ρήμα "convenir", που σημαίνει "να συμφωνώ" ή "να είναι αποδεκτό". Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που έχει συμφωνηθεί ή συμφωνηθεί μεταξύ των μερών. Είναι συχνά χρησιμοποιούμενη στην καθημερινή ομιλία, καθώς και σε νομικά ή διπλωματικά συμφραζόμενα.
Η συχνότητα χρήσης του "convenido" είναι υψηλή σε γραπτά και προφορικά συμφραζόμενα, κυρίως όταν γίνεται αναφορά σε συμφωνίες, συμβάσεις ή άλλες καταστάσεις όπου υπάρχουν δεσμευτικές συμφωνίες μεταξύ των ατόμων ή των ομάδων.
Η σύμβαση είναι συμφωνημένη μεταξύ και των δύο πλευρών.
Cada acción debe ser convenida previamente.
Η λέξη "convenido" μπορεί να εμφανίζεται σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά. Ακολουθούν μερικές προτάσεις:
Αυτό που έχει συμφωνηθεί, πρέπει να τηρείται.
No hay marcha atrás en lo convenido.
Δεν υπάρχει επιστροφή σε αυτό που έχει συμφωνηθεί.
Es mejor tenerlo convenido antes de actuar.
Είναι καλύτερα να το έχουμε συμφωνήσει πριν δράσουμε.
Todos los términos fueron convenidos de antemano.
Όροι ήταν όλοι συμφωνημένοι εκ των προτέρων.
Asegúrate de que lo convenido esté por escrito.
Η λέξη "convenido" προέρχεται από το ρήμα "convenir", που έχει λατινικές ρίζες. Το λατινικό "convenīre" σημαίνει "να έρθει μαζί" ή "να συγκλίνουν", υποδηλώνοντας μια αμοιβαία συμφωνία ή αποδοχή.