Το "convidado" είναι ουσιαστικό στον ενικό αριθμό.
/kon.βiˈða.ðo/
Η λέξη "convidado" χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε ένα άτομο που είναι προσκεκλημένο σε μια εκδήλωση, όπως ένα γεύμα, μια γιορτή ή μια συνάντηση. Χρησιμοποιείται συχνά στη γλώσσα των κοινωνικών αλληλεπιδράσεων και των εκδηλώσεων. Είναι πιο συχνά χρησιμοποιούμενη στον προφορικό λόγο, αλλά εμφανίζεται επίσης και στο γραπτό κείμενο.
Παραδείγματα προτάσεων:
- "El convidado llegó tarde a la fiesta."
(Ο καλεσμένος arrived αργά στη γιορτή.)
Η λέξη "convidado" συχνά εμφανίζεται σε ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά.
Παραδείγματα:
- "Ser el convidado de piedra."
(Να είσαι ο καλεσμένος πέτρα, δηλαδή να είσαι παρών αλλά να μην συμμετέχεις.)
"Convidar a alguien a la fiesta."
(Να καλέσεις κάποιον στη γιορτή.)
"No te olvides de agradecer al convidado."
(Μην ξεχάσεις να ευχαριστήσεις τον καλεσμένο.)
"Un convidado siempre trae sorpresas."
(Ένας καλεσμένος πάντα φέρνει εκπλήξεις.)
"El mejor convidado es el que sabe escuchar."
(Ο καλύτερος καλεσμένος είναι αυτός που ξέρει να ακούει.)
Η λέξη "convidado" προέρχεται από το λατινικό "convivatus", που σημαίνει "αυτός που ζει/συγκεντρώνεται μαζί με άλλους".
Συνώνυμα: - invitado - huésped
Αντώνυμα: - anfitrión (διοργανωτής/ο οικοδεσπότης, που προσκαλεί τους καλεσμένους)
Αυτές οι πληροφορίες παρέχουν μια ολοκληρωμένη εικόνα της λέξης "convidado" στην ισπανική γλώσσα.