Η λέξη "convocatoria" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
[koɱβokaˈtoɾja]
Η λέξη "convocatoria" αναφέρεται σε μια επίσημη πρόσκληση ή ανακοίνωση για να συγκεντρωθεί ένας συγκεκριμένος αριθμός ανθρώπων, συνήθως για να συμμετάσχουν σε έναν διαγωνισμό, μια συνάντηση ή μια διαδικασία επιλογής. Χρησιμοποιείται συχνά σε νομικούς και διοικητικούς τομείς, ιδίως σε περιπτώσεις που σχετίζονται με δημόσιες προσφορές ή εκπαιδευτικά προγράμματα.
Η συχνότητα χρήσης της είναι αρκετά υψηλή, ιδιαίτερα σε γραπτά κείμενα, όπως νομικά έγγραφα, ανακοινώσεις και προκηρύξεις. Στον προφορικό λόγο, μπορεί επίσης να χρησιμοποιείται, αλλά λιγότερο συχνά.
Η ανακοίνωση για τον διαγωνισμό υποτροφιών θα δημοσιευθεί την επόμενη εβδομάδα.
Los participantes deben registrarse antes de la fecha límite de la convocatoria.
Οι συμμετέχοντες πρέπει να εγγραφούν πριν από την προθεσμία της πρόσκλησης.
La convocatoria de elecciones se anunciará en los medios de comunicación.
Η λέξη "convocatoria" ενδέχεται να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις. Ωστόσο, είναι κυρίως ουσιαστικό που χρησιμοποιείται πιο ευθέως. Ακολουθούν ορισμένες προτάσεις που τη χρησιμοποιούν σε διαφορετικά συμφραζόμενα:
Έλαβα την πρόσκληση για τη συνεδρίαση του διοικητικού συμβουλίου.
La convocatoria urgente para el personal se enviará por correo electrónico.
Η επείγουσα ανακοίνωση για το προσωπικό θα σταλεί μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.
La universidad lanzó una convocatoria para un nuevo programa de estudios.
Το πανεπιστήμιο εξέδωσε μια ανακοίνωση για ένα νέο πρόγραμμα σπουδών.
Después de la convocatoria, muchos se prepararon para el examen.
Μετά την ανακοίνωση, πολλοί προετοιμάστηκαν για την εξέταση.
La convocatoria para la selección de profesores será abierta a finales del mes.
Η λέξη "convocatoria" προέρχεται από το ρημα "convocar", που σημαίνει "καλώ" ή "συγκεντρώνω". Το ριζικό "vocare" είναι Λατινικό και σημαίνει "καλώ".
Llamado (κάλεσμα)
Αντώνυμα