Ουσιαστικό
/korˈðe.ɾo/
Η λέξη "cordero" αναφέρεται κυρίως σε ένα νεαρό αρνί, το οποίο συχνά χρησιμοποιείται ως πηγή κρέατος. Στα Ισπανικά, η λέξη χρησιμοποιείται συχνά σε σχέση με τη μαγειρική, ιδιαίτερα σε παραδοσιακά πιάτα. Είναι μια συχνά χρησιμοποιούμενη λέξη, και συναντάται σε γραπτά και προφορικά κείμενα, με μια ελαφριά προτίμηση προς τον προφορικό λόγο, ειδικότερα σε συνομιλίες σχετικά με τη διατροφή και την κουζίνα.
El cordero asado es uno de mis platos favoritos.
(Το ψητό αρνί είναι ένα από τα αγαπημένα μου πιάτα.)
En la fiesta se sirvió cordero con arroz.
(Στη γιορτή σερβιρίστηκε αρνί με ρύζι.)
El cordero tiene una carne muy tierna y sabrosa.
(Το αρνί έχει πολύ τρυφερό και νόστιμο κρέας.)
Η λέξη "cordero" χρησιμοποιείται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με συναισθήματα και καταστάσεις.
Atrapado como un cordero
(Πιασμένος σαν ένα αρνί) – Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που είναι σε δύσκολη ή απελπιστική κατάσταση.
Cordero que no ha llorado, no ha sido sacrificado.
(Αρνί που δεν έχει κλάψει, δεν έχει θυσιαστεί.) – Μια έκφραση που σημαίνει ότι όσοι δεν εκφράζουν τα συναισθήματά τους, μπορεί να μην αντιμετωπίσουν σοβαρές καταστάσεις.
Como un cordero al matadero
(Σαν ένα αρνί στο σφαγείο) – Χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που πηγαίνει προς μια αναπόφευκτη και δυσάρεστη κατάσταση χωρίς να το γνωρίζει.
Η λέξη "cordero" προέρχεται από τη λατινική λέξη "cordĕrus", η οποία έχασε το "u" και εξελίχθηκε σε "cordero" στην Ισπανική γλώσσα.
Συνώνυμα:
- Oveja joven (νεαρό πρόβατο)
- Chivo (κατσικάκι)
Αντώνυμα:
- Oveja (πρόβατο, ενήλικο)
- Cabra (κατσίκη, ενήλικη)