Cordialidad είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
/koɾdjalidad/
Η λέξη cordialidad αναφέρεται στην ποιότητα της ευγένειας και της φιλικότητας σε μια αλληλεπίδραση. Χρησιμοποιείται για να περιγράψει μία ευχάριστη, ευγενική και φιλόξενη συμπεριφορά προς τους άλλους. Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη χρησιμοποιείται συχνά στον προφορικό λόγο καθώς και σε γραπτά κείμενα, επομένως η συχνότητα χρήσης της είναι αυξημένη και στα δύο πλαίσια.
Η φιλικότητα είναι θεμελιώδης στις κοινωνικές σχέσεις.
Siempre agradezco la cordialidad de mis amigos.
Πάντα εκφράζω την ευγνωμοσύνη μου για την ευγένεια των φίλων μου.
En el trabajo, la cordialidad mejora el ambiente.
Η λέξη cordialidad συχνά εμφανίζεται σε ιδιωματικές εκφράσεις ή κοινές φράσεις, που εκφράζουν τις κοινωνικές σχέσεις και τη συμπεριφορά:
"Η φιλικότητα ανοίγει πολλές πόρτες στον τομέα της εργασίας."
"Se necesita cordialidad para resolver conflictos."
"Χρειάζεται ευγένεια για την επίλυση συγκρούσεων."
"La cordialidad entre los miembros del equipo es esencial."
"Η ευγένεια μεταξύ των μελών της ομάδας είναι ουσιώδης."
"La cordialidad es una cualidad valorada en las entrevistas."
"Η φιλοξενία είναι μια αξία που εκτιμάται στις συνεντεύξεις."
"Un líder debe manifestar cordialidad y respeto."
Η λέξη cordialidad προέρχεται από το επίθετο cordial, το οποίο προέρχεται από το λατινικό cordialis που σημαίνει "καρδιάς, ευγενής." Συνδέεται με την ιδέα της καρδιακής ή φιλικής συμπεριφοράς.
Συνώνυμα: - Amabilidad (ευγένεια) - Simpatía (συμπάθεια) - Amistad (φιλία)
Αντώνυμα: - Hostilidad (εχθρότητα) - Frialdad (ψυχρότητα) - Desinterés (αδιαφορία)