correr - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

correr (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Το "correr" είναι ρήμα.

Φωνητική Μεταγραφή

Η φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου (IPA) είναι: /koˈreɾ/

Επιλογές Μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία και Χρήση

Η λέξη "correr" σημαίνει "τρέχω" και χρησιμοποιείται για να περιγράψει την πράξη της ταχείας κίνησης με τα πόδια. Είναι ένα κοινό ρήμα σε πολλές καταστάσεις, κυρίως στον προφορικό λόγο. Στη γλώσσα των Ισπανών, η συχνότητα χρήσης του είναι αρκετά υψηλή, καθώς χρησιμοποιείται καθημερινά σε πολλές πτυχές της ζωής.

Παραδειγματικές προτάσεις: - Yo corro en el parque todos los días. - (Τρέχω στο πάρκο κάθε μέρα.)

Ιδιωματικές Εκφράσεις

Η λέξη "correr" εμφανίζεται σε πολλές ιδιωματικές εκφράσεις στα ισπανικά. Μερικές από αυτές είναι:

Παραδειγματικές προτάσεις: - No es bueno correr para no andar, es mejor planificar. - (Δεν είναι καλό να τρέχεις για να μην περπατάς, είναι καλύτερο να σχεδιάζεις.)

Ετυμολογία

Το ρήμα "correr" προέρχεται από τη Λατινική λέξη "currere", που σημαίνει "τρέχω" ή "κινώ".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - Trotar: (τρέχω με μέτρια ταχύτητα) - Avanzar: (προχωρώ)

Αντώνυμα: - Parar: (σταματώ) - Descansar: (ξεκουράζομαι)



22-07-2024