Η λέξη "costal" είναι επίθετο.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "costal" στο διεθνές φωνητικό αλφάβητο είναι: /ˈkɔs.təl/.
Η λέξη "costal" χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει κάτι που σχετίζεται με τα πλευρά (costillas) του σώματος ή δομές που σχετίζονται με αυτά. Χρησιμοποιείται συχνά στη ιατρική και την ανατομία για να αναφερθεί σε διάφορους μύες ή οστά που σχετίζονται με τα πλευρά.
Η λέξη "costal" χρησιμοποιείται περισσότερο σε γραπτά συμφραζόμενα, όπως επιστημονικά κείμενα ή ιατρικές αναφορές, παρά στον προφορικό λόγο.
Η πλευρική περιοχή έχει διάφορες μυικές δομές που βοηθούν στην αναπνοή.
El dolor costal puede ser un síntoma de enfermedades respiratorias.
Ο πλευρικός πόνος μπορεί να είναι σύμπτωμα αναπνευστικών ασθενειών.
El líquido costal es importante para el funcionamiento de los pulmones.
Η λέξη "costal" δεν είναι πολύ διαδεδομένη σε ιδιωματικές εκφράσεις στην καθημερινή γλώσσα, ωστόσο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ιατρικά ή ανατομικά συμφραζόμενα.
Ο πόνος στην πλευρική περιοχή μπορεί να υποδεικνύει μια βλάβη.
Los músculos costales son esenciales para un buen funcionamiento respiratorio.
Οι πλευρικοί μύες είναι απαραίτητοι για καλή αναπνευστική λειτουργία.
Una fractura costal requiere tiempo para sanar correctamente.
Μια πλευρική κάταγμα απαιτεί χρόνο για να επουλωθεί σωστά.
El examen costal a menudo se realiza durante la evaluación médica.
Η λέξη "costal" προέρχεται από το λατινικό "costa," που σημαίνει "πλευρό." Η ρίζα αυτή επισημαίνει τη σύνδεση της λέξης με τις δομές του σώματος που σχετίζονται με τα πλευρά.
Αυτή είναι μια συνοπτική ανασκόπηση της λέξης "costal" με τις απαιτούμενες πληροφορίες.