Το "costear" είναι ρήμα.
Η φωνητική μεταγραφή με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφαβήτου (IPA) είναι: /kosˈte.aɾ/
Η λέξη "costear" χρησιμοποιείται στη γλώσσα Ισπανικά για να αναφέρεται στην πράξη της υπολογισμού ή κάλυψης του κόστους μιας δραστηριότητας ή ενός προϊόντος. Είναι μια αρκετά συχνή λέξη τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να παρατηρηθεί μεγαλύτερη χρήση σε οικονομικά και επαγγελματικά συμφραζόμενα.
Es importante costear el proyecto antes de iniciarlo.
Είναι σημαντικό να υπολογίσετε το κόστος του έργου πριν το ξεκινήσετε.
Necesitamos costear todos los gastos de la boda.
Πρέπει να υπολογίσουμε όλα τα έξοδα του γάμου.
Η λέξη "costear" μπορεί να εμφανίζεται σε ορισμένες ιδιωματικές εκφράσεις που σχετίζονται με το κόστος και την οικονομία. Ωστόσο, δεν είναι ιδιωματική λέξη από μόνη της, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε διάφορες φράσεις.
Si no puedes costear el viaje, quizás deberías reconsiderar tus planes.
Αν δεν μπορείς να καλύψεις το κόστος του ταξιδιού, ίσως θα έπρεπε να ξανασκεφτείς τα σχέδιά σου.
El presupuesto no permite costear lujos innecesarios.
Ο προϋπολογισμός δεν επιτρέπει την κάλυψη περιττών πολυτελειών.
Voy a costear mi educación mediante una beca.
Θα υπολογίσω το κόστος της εκπαίδευσής μου μέσω μιας υποτροφίας.
Η λέξη "costear" προέρχεται από τη λέξη "costo", που σημαίνει κόστος, που με τη σειρά της προέρχεται από το λατινικό "consortium" που σχετίζεται με τη συσχέτιση και την κάλυψη των δαπανών.
Συνώνυμα: - financiar (χρηματοδοτώ) - cubrir (καλύπτω)
Αντώνυμα: - desperdiciar (παρασπαταλώ) - ignorar (αγνοώ)