Η λέξη "costoso" χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάτι που έχει υψηλή τιμή ή κόστος. Είναι μια χαρακτηριστική λέξη για προϊόντα ή υπηρεσίες που δεν είναι προσιτές οικονομικά. Η χρήση της είναι συχνή τόσο στον προφορικό όσο και στον γραπτό λόγο, με μια ελαφρώς μεγαλύτερη προτίμηση στο γραπτό λόγο, όπως σε διαφημιστικά κείμενα ή οικονομικές αναλύσεις.
El coche nuevo es muy costoso.
(Το καινούργιο αυτοκίνητο είναι πολύ ακριβό.)
Los productos electrónicos suelen ser costosos.
(Τα ηλεκτρονικά προϊόντα συνήθως είναι ακριβά.)
Algunos tratamientos médicos son costosos y no los cubre el seguro.
(Ορισμένες ιατρικές θεραπείες είναι ακριβές και δεν καλύπτονται από την ασφάλιση.)
Η λέξη "costoso" χρησιμοποιείται και σε διάφορες ιδιωματικές εκφράσεις στα Ισπανικά.
"No vale la pena hacer algo costoso si no obtienes resultados."
(Δεν αξίζει να κάνεις κάτι ακριβό αν δεν αποκτάς αποτελέσματα.)
"Es costoso invertir en educación, pero es un gasto que siempre vale la pena."
(Είναι ακριβό να επενδύεις στην εκπαίδευση, αλλά είναι μια δαπάνη που πάντα αξίζει.)
"El lujo puede ser costoso, pero a veces es necesario."
(Η πολυτέλεια μπορεί να είναι ακριβή, αλλά μερικές φορές είναι απαραίτητη.)
"Comprar una casa en la ciudad es costoso, pero ofrece muchas ventajas."
(Η αγορά σπιτιού στην πόλη είναι ακριβή, αλλά προσφέρει πολλές πλεονεκτήματα.)
"Los servicios de lujo son costosos y no accesibles para todos."
(Οι υπηρεσίες πολυτελείας είναι ακριβές και δεν είναι προσβάσιμες σε όλους.)
Η λέξη "costoso" προέρχεται από την ισπανική λέξη "costo", που σημαίνει "κόστος", και η κατάληξη "-oso" προστίθεται για να δηλώσει την ποιότητα ή τον χαρακτηρισμό. Έτσι, η λέξη δηλώνει κάτι που έχει μεγάλο κόστος.
oneroso
Αντώνυμα: