Η λέξη "costumbres" είναι ουσιαστικό πληθυντικού.
/kosˈtum.bɾes/
Η λέξη "costumbres" αναφέρεται σε έθιμα ή συνήθειες που ακολουθούν οι άνθρωποι σε μια κοινωνία ή πολιτισμό. Χρησιμοποιείται συχνά σε προφορικό και γραπτό λόγο, με χρήση που ποικίλλει ανάλογα με το πολιτιστικό και κοινωνικό πλαίσιο. Η συχνότητά της είναι υψηλή, καθώς οι άνθρωποι συζητούν συχνά για τις συνήθειες και τα ήθη που ορίζουν τις κοινωνικές τους αλληλεπιδράσεις.
Las costumbres de este lugar son muy interesantes.
(Τα έθιμα αυτού του τόπου είναι πολύ ενδιαφέροντα.)
Las costumbres familiares son importantes en nuestra cultura.
(Οι οικογενειακές συνήθειες είναι σημαντικές στην κουλτούρα μας.)
Στην ισπανική γλώσσα, η λέξη "costumbres" συχνά χρησιμοποιείται σε διάφορες ιδιωματικές φράσεις:
Aparte de las costumbres típicas, hay muchas tradiciones que se deben respetar.
(Εκτός από τα τυπικά έθιμα, υπάρχουν πολλές παραδόσεις που πρέπει να τηρηθούν.)
Con el tiempo, las costumbres cambian y se adaptan.
(Με την πάροδο του χρόνου, τα έθιμα αλλάζουν και προσαρμόζονται.)
Respetar las costumbres locales es fundamental para un buen viaje.
(Η τήρηση των τοπικών εθίμων είναι θεμελιώδης για ένα καλό ταξίδι.)
Las nuevas costumbres jóvenes están influyendo en la sociedad.
(Οι νέες συνήθειες των νέων επηρεάζουν την κοινωνία.)
Es interesante observar cómo las costumbres varían de un país a otro.
(Είναι ενδιαφέρον να παρατηρούμε πώς τα έθιμα ποικίλλουν από χώρα σε χώρα.)
Algunas costumbres son heredadas de nuestras abuelas.
(Ορισμένα έθιμα είναι κληρονομημένα από τις γιαγιάδες μας.)
Las costumbres navideñas son diferentes en cada cultura.
(Τα χριστουγεννιάτικα έθιμα είναι διαφορετικά σε κάθε κουλτούρα.)
Conocer las costumbres de un lugar ayuda a entenderlo mejor.
(Η γνώση των εθίμων ενός μέρους βοηθά στην καλύτερη κατανόησή του.)
Η λέξη "costumbres" προέρχεται από το λατινικό "consuetudinem", που σημαίνει "συνήθεια" ή "έθιμο".
Συνώνυμα: - hábitos (συνήθειες) - tradiciones (παραδόσεις)
Αντώνυμα: - improvisación (αυθαιρεσία) - anarquía (αναρχία)