cumplir una orden - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT

cumplir una orden (ισπανικά) - έννοια, ορισμός, μετάφραση, προφορά


Μέρος του λόγου

Η φράση "cumplir una orden" είναι ρηματική έκφραση.

Φωνητική μεταγραφή

/kumˈpliɾ ˈuna ˈoɾðen/

Επιλογές μετάφρασης για Ελληνικό

Σημασία της λέξης

Η φράση "cumplir una orden" σημαίνει την εκπλήρωση ή την τήρηση μιας εντολής ή παραγγελίας. Χρησιμοποιείται κυρίως σε πλαίσια όπου κάποιος πρέπει να ακολουθήσει ή να εκτελέσει μια οδηγία που έχει δοθεί. Είναι πιο συχνή στον προφορικό λόγο, αλλά εμφανίζεται και σε γραπτά κείμενα, ιδίως όταν αναφέρονται καταστάσεις διοίκησης ή αστυνόμευσης.

Παραδείγματα προτάσεων

  1. Es importante cumplir una orden del jefe.
  2. Είναι σημαντικό να εκπληρώσετε μια εντολή του προϊσταμένου.

  3. Los soldados deben cumplir una orden sin cuestionar.

  4. Οι στρατιώτες πρέπει να τηρούν μια εντολή χωρίς αμφισβήτηση.

  5. Ella no quiere cumplir una orden que le parece injusta.

  6. Αυτή δεν θέλει να εκπληρώσει μια εντολή που της φαίνεται άδικη.

Ιδιωματικές εκφράσεις

Η φράση "cumplir una orden" μπορεί να εμπλέκεται σε αρκετές ιδιωματικές εκφράσεις. Εδώ είναι μερικές:

  1. Cumplir con la orden del día.
  2. Να τηρήσεις την εντολή της ημέρας.
  3. (Αυτό σημαίνει να ακολουθήσεις ή να εκπληρώσεις τις υποχρεώσεις ή τις δουλειές που πρέπει να γίνουν.)

  4. Cumplir órdenes sin rechistar.

  5. Να εκτελείς εντολές χωρίς να διαμαρτύρεσαι.
  6. (Αυτό χρησιμοποιείται για να περιγράψει κάποιον που υπακούει χωρίς να αντιτίθεται.)

  7. Cumplir con tu deber.

  8. Να τηρήσεις το καθήκον σου.
  9. (Αυτή η έκφραση αναφέρεται στην υποχρέωση κάποιου να εκπληρώσει τα καθήκοντά του, συχνά σε επαγγελματικό ή στρατιωτικό πλαίσιο.)

  10. Cumplir al pie de la letra.

  11. Να τηρείς κατά γράμμα.
  12. (Αυτό σημαίνει να ακολουθείς ακριβώς μια εντολή ή οδηγία.)

Ετυμολογία

Η λέξη "cumplir" προέρχεται από το λατινικό "complere", που σημαίνει "να ολοκληρώσω" ή "να γεμίσω", και η λέξη "orden" προέρχεται από το λατινικό "ordinem", που σημαίνει "διάταξη" ή "ταξινόμηση".

Συνώνυμα και Αντώνυμα

Συνώνυμα: - realizar una orden (να εκτελέσω μια εντολή) - obey (να υπακούσω)

Αντώνυμα: - desobedecer una orden (να παραβώ μια εντολή) - ignorar una orden (να αγνοήσω μια εντολή)



23-07-2024