Η λέξη "cuneta" είναι ουσιαστικό θηλυκού γένους.
Η φωνητική μεταγραφή της λέξης "cuneta" με χρήση διεθνούς φωνητικού αλφάβητου είναι: /kuˈneta/
Η λέξη "cuneta" αναφέρεται κυρίως σε έναν χαμηλό χώρο είτε φυσικό ή τεχνητό, ο οποίος έχει δημιουργηθεί για να απομακρύνει τα νερά της βροχής ή για να καθοδηγεί την αποστράγγιση. Χρησιμοποιείται συχνά σε περιβάλλοντα που σχετίζονται με τις κατασκευές, τη γεωργία ή την υποδομή των δρόμων. Η χρήση της είναι πιο συχνή στον γραπτό λόγο, αλλά μπορεί να βρεθεί και στον προφορικό λόγο, ιδίως σε τεχνικές ή επαγγελματικές συζητήσεις.
La cuneta a un lado de la carretera estaba llena de agua.
(Το χαντάκι στο πλάι του δρόμου ήταν γεμάτο νερό.)
Es importante limpiar la cuneta para evitar inundaciones.
(Είναι σημαντικό να καθαρίσουμε το χαντάκι για να αποφύγουμε τις πλημμύρες.)
Los agricultores utilizan la cuneta para dirigir el agua de riego.
(Οι αγρότες χρησιμοποιούν το χαντάκι για να καθοδηγήσουν το νερό άρδευσης.)
Η λέξη "cuneta" δεν έχει πολλές καθιερωμένες ιδιωματικές εκφράσεις, αλλά μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ορισμένα συμφραζόμενα:
Estar en la cuneta.
(Να είσαι στο χαντάκι.) - Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποιος είναι εκτός της κεντρικής ροής ή ότι έχει εγκαταλειφθεί.
Sacar de la cuneta.
(Να βγάλεις από το χαντάκι.) - Σημαίνει να βοηθήσεις κάποιον ή να τον επαναφέρεις σε καλύτερη κατάσταση.
Η λέξη "cuneta" προέρχεται από το λατινικό "cuneta", το οποίο σημαίνει "χαμηλό μέρος" ή "κανάλι". Η χρήση της έχει διατηρηθεί στη διάρκεια των αιώνων με παραλλαγές σε διάφορες γλώσσες.
Συνώνυμα: - zanjas (ταμπάζι) - canal (κανάλι)
Αντώνυμα: - colina (λόφος) - montaña (βουνό)